“..ο σκοπός της Κομμούνας δεν πέθανε. Ζει ως τα σήμερα, μέσα στον καθένα μας”

Στις 28 Μαϊου του 1871 πέφτει το τελευταίο οδόφραγμα της Παρισινής Κομμούνας, της πρώτης προλεταριακής εφόδου στον ουρανό.

“Μόνο οι εργάτες παρέμειναν πιστοί στην Κομμούνα ως το τέλος. Οι δημοκράτες αστοί και οι μικροαστοί διαχώρισαν γρήγορα τη θέση τους: οι πρώτοι φοβήθηκαν τον επαναστατικό-σοσιαλιστικό, προλεταριακό χαρακτήρα του κινήματος· οι δεύτεροι αποσχίσθηκαν όταν κατάλαβαν ότι ήταν καταδικασμένο σε αναπόφευκτη ήττα. Μόνο οι γάλλοι προλετάριοι στήριξαν την δική τους κυβέρνηση άφοβα και άκοπα, μόνο αυτοί πολέμησαν για αυτή και πέθαναν για αυτή — δηλαδή, για τον στόχο της χειραφέτησης της εργατικής τάξης, για ένα καλύτερο μέλλον για όλους τους ανθρώπους του μόχθου.

Εγκατελειμμένη από τους πρώην συμμάχους της και αφημένη χωρίς στήριξη, η Κομμούνα ήταν καταδικασμένη να ηττηθεί. Ολόκληρη η μπουρζουαζία της Γαλλίας, όλοι οι γαιοκτήμονες, οι μεσίτες, οι εργοστασιάρχες, όλοι οι ληστές, μεγάλοι και μικροί, όλοι οι εκμεταλλευτές, ένωσαν τις δυνάμεις τους εναντίον της.

[…]

Δύο τουλάχιστον συνθήκες είναι απαραίτητες για μια νικηφόρο κοινωνική επανάσταση: ο μεγάλος βαθμός ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων και ένα προλεταριάτο που να έχει επαρκή προετοιμασία για αυτή. Όμως το 1871 έλειπαν και οι δύο αυτές συνθήκες. Ο γαλλικός καπιταλισμός εξακολουθούσε να είναι φτωχά αναπτυγμένος, και η Γαλλία τον καιρό εκείνο ήταν κυρίως μικροαστική χώρα (τεχνίτες, χωρικοί, μαγαζάτορες, κλπ). Από την άλλη πλευρά, δεν υπήρχε εργατικό κόμμα, η εργατική τάξη δεν είχε περάσει μέσα από ένα μακροχρόνιο σχολείο πάλης και ήταν απροετοίμαστη, και δεν μπορούσε καν, ως επί το πλείστον, να δει μπροστά της τα καθήκοντά της και τις μεθόδους που ήταν απαραίτητες για να τα εκπληρώσει. Δεν υπήρχε σοβαρή πολιτική οργάνωση του προλεταριάτου, ούτε ισχυρά συνδικάτα και συνεργατικές κοινότητες…

Όμως το βασικό πράγμα που η Κομμούνα δεν είχε ήταν χρόνος — δεν είχε την ευκαιρία να αξιολογήσει την κατάσταση και να ξεκινήσει την εκπλήρωση του προγράμματός της. Δεν είχε καν χρόνο να ξεκινήσει να εργάζεται όταν η κυβέρνηση που εδραιώθηκε στις Βερσαλίες και που υποστηρίχτηκε από ολόκληρη την μπουρζουαζία άρχισε τις εχθροπραξίες σε βάρος του Παρισιού. Η Κομμούνα έπρεπε να επικεντρωθεί κυρίως στην αυτοάμυνα. Μέχρι το τέλος, στις 21-28 Μάη, δεν είχε τον χρόνο να σκεφτεί σοβαρά για οτιδήποτε άλλο.

Παρ’ όλα αυτά, παρά τις μη ευνοϊκές αυτές συνθήκες, παρά την σύντομή της ύπαρξη, η Κομμούνα κατάφερε να προάγει ορισμένα μέτρα τα οποία είναι επαρκή για να χαρακτηρίσουν την πραγματική της σημασία και τους στόχους της. Η Κομμούνα κατήργησε τον επαγγελματικό στρατό, αυτό το τυφλό όπλο στα χέρια της άρχουσας τάξης, και όπλισε όλο τον λαό. Διακήρυξε τον χωρισμό κράτους και εκκλησίας, κατήργησε τις κρατικές πληρωμές στα θρησκευτικά σώματα (πχ, τους κρατικούς μισθούς για τους ιερείς), έκανε την λαϊκή εκπαίδευση καθαρά κοσμική, και με τον τρόπο αυτό κατάφερε ένα τεράστιο πλήγμα στους αστυνόμους με τα ράσα. Στην καθαρά κοινωνική σφαίρα, η Κομμούνα κατάφερε πολύ λίγα, αλλά και αυτά τα λίγα αποκαλύπτουν, παρ’ όλα αυτά, τον χαρακτήρα της ως λαϊκής εργατικής κυβέρνησης. Απαγορεύτηκε η νυχτερινή δουλειά στα αρτοποιεία· καταργήθηκε το σύστημα των προστίμων, το οποίο αντιπροσώπευε την νομιμοποιημένη ληστεία των εργατών. Τέλος, υπήρχε η διάσημη διαταγή όλα τα εργοστάσια και εργαστήρια που εγκαταλείφθηκαν ή έκλεισαν απ’ τους ιδιοκτήτες τους να παραδοθούν στον έλεγχο εργατικών ενώσεων ώστε να ξαναρχίσουν αυτές την εργασία. Επίσης, σαν για να δώσει έμφαση στον χαρακτήρα της ως πραγματικά δημοκρατικής, προλεταριακής κυβέρνησης, η Κομμούνα ανακήρυξε πως οι μισθοί όλων των αξιωματούχων της διοίκησης και της κυβέρνησης, ανεξαρτήτως βαθμού, δεν θα πρέπει να υπερβαίνουν τους φυσιολογικούς μισθούς ενός εργάτη, και σε καμία περίπτωση τα 6.000 φράγκα τον χρόνο (ή λιγότερα από 200 ρούβλια το μήνα).

Όλα αυτά τα μέτρα έδειξαν ξεκάθαρα ότι η Κομμούνα ήταν θανάσιμη απειλή για τον παλιό κόσμο που εδραιώθηκε στην υποδούλωση και την εκμετάλλευση του λαού. Για αυτό και η αστική κοινωνία δεν μπορούσε να ησυχάσει όσο η Κόκκινη Σημαία του προλεταριάτου κυμάτιζε πάνω στο Hotel de Ville του Παρισιού. Κι όταν οι οργανωμένες δυνάμεις της κυβέρνησης κατάφεραν τελικά να πάρουν το πάνω χέρι ενάντια στις φτωχά οργανωμένες δυνάμεις της επανάστασης, οι βοναπαρτιστές στρατηγοί που είχαν ηττηθεί απ’ τους Γερμανούς και που έδειξαν θάρρος μόνο στον πόλεμο ενάντια στους ηττημένους συμπατριώτες τους, αυτοί οι Γάλλοι Rennenkampf και Meller-Zakomelsky, οργάνωσαν μια σφαγή τέτοια που το Παρίσι δεν είχε ξαναδεί.

Σχεδόν 30.000 Παριζιάνοι εκτελέστηκαν απ’ το βάναυσο πεζικό, και περίπου 45.000 συνελήφθηκαν, πολλοί εκ των οποίων εκτελέστηκαν αργότερα, ενώ χιλιάδες άλλοι εκτοπίστηκαν ή εξορίστηκαν. Συνολικά, το Παρίσι έχασε περίπου 100.000 απ’ τους καλύτερους ανθρώπους του, περιλαμβανομένων ορισμένων απ’ τους καλύτερους εργάτες σε όλα τα επαγγέλματα.

Η μπουρζουαζία ήταν ικανοποιημένη. “Τώρα, τελειώσαμε με τον σοσιαλισμό για πολύ καιρό” είπε ο ηγέτης της, αυτός ο αιμοβόρος νάνος ονόματι Thiers, όταν αυτός και οι στρατηγοί του είχαν πνίξει στο αίμα το προλεταριάτο του Παρισιού. Αλλά τα αστικά κοράκια έκρωζαν μάταια. Λιγότερα από έξι χρόνια μετά την καταστολή της Κομμούνας, όταν πολλοί από τους υποστηρικτές της σάπιζαν στις φυλακές ή την εξορία, ξεπήδησε ένα νέο εργατικό κίνημα στη Γαλλία. Μια νέα σοσιαλιστική γενιά, που εμπλουτίστηκε από την εμπειρία των προγόνων της και δεν αποθαρρύνθηκε ούτε στο ελάχιστο απ’ την ήττα τους, ανέλαβε το λάβαρο που είχε πέσει απ’ τα χέρια των μαχητών για τον σκοπό της Κομμούνας, και το έφερε μπροστά με θάρρος και αυτοπεποίθηση. Η δική της ιαχή της μάχης ήταν: “Ζήτω η σοσιαλιστική επανάσταση! Ζήτω η Κομμούνα!” Και σε λίγα χρόνια, το νέο εργατικό κόμμα και η καμπάνια αγκιτάτσιας που εξαπέλυσε εξανάγκασε την άρχουσα τάξη να ελευθερώσει τους Κομμουνάρους που συνέχιζαν να είναι φυλακισμένοι απ’ την κυβέρνηση.

Η μνήμη των μαχητών της Κομμούνας δεν τιμάται μόνο απ’ τους γάλλους εργάτες, αλλά από όλο το παγκόσμιο προλεταριάτο. Γιατί η Κομμούνα πάλεψε, όχι για έναν στόχο τοπικό ή στενά εθνικό, αλλά για τη χειραφέτηση όλης της ανθρωπότητας του μόχθου, όλων των ποδοπατημένων και καταπιεσμένων. Ως εξέχων μαχητής για την κοινωνική επανάσταση, η Κομμούνα έχει κερδίσει τη συμπάθεια οπουδήποτε στον κόσμο υπάρχει προλεταριάτο που υποφέρει και που αγωνίζεται. Το έπος της ζωής και του θανάτου της, η εικόνα μιας εργατικής κυβέρνησης η οποία κατέλαβε την πρωτεύουσα του κόσμου και την κράτησε για πάνω από δύο μήνες, το θέαμα της ηρωικής πάλης του προλεταριάτου και των μαρτυρίων που υπέστη μετά την ήττα του — όλα αυτά ανύψωσαν το ηθικό εκατομμυρίων εργατών, ενίσχυσαν τις ελπίδες τους και έφεραν την συμπάθειά τους με το μέρος του σοσιαλισμού. Ο κεραυνός του παρισινού κανονιού ξύπνησε τα πιο οπισθοδρομικά τμήματα του προλεταριάτου απ’ τον βαθύ τους ύπνο, και έδωσε παντού το έναυσμα για την ανάπτυξη της επαναστατικής σοσιαλιστικής προπαγάνδας.

Για αυτό και ο σκοπός της Κομμούνας δεν πέθανε.

Ζει ως τα σήμερα, μέσα στον καθένα μας”.

Βλαντίμιρ Ιλίτς Ουλιάνοφ (Λένιν)