Για το νέο Σύμφωνο Σταθερότητας
Την εφαρμογή ενός νέου Σύμφωνου Σταθερότητας εξετάζουν τις τελευταίες μέρες τα κράτη μέλη της ΕΕ στο πλαίσιο του συνεδρίου της Ευρωπαϊκής Συνομοσπονδίας Συνδικάτων (CES), όπου οι γνωστοί βαρόνοι του Βορρά επιθυμούν την επιστροφή στη λιτότητα.
Το Σύμφωνο Σταθερότητας, το οποίο είχε ανασταλεί από το 2020, εξαιτίας της υγειονομικής κρίσης και στη συνέχεια της ενεργειακής αλλά κα του πολέμου στην Ουκρανία, αποτελεί επί της ουσίας ένα ιδιότυπο μνημονιακό καθεστώς το οποίο ρυθμίζει, ελέγχει και επιβάλλει μέτρα λιτότητας σε κάθε μια χώρα κράτος – μέλος της ΕΕ.
Η αναδιάρθρωση εκ νέου της οικονομίας με βάση τα δημοσιονομικά σταθερότυπα που θα επιβληθούν από το Σύμφωνο Σταθερότητας θα φέρει τις οικονομίες, ειδικότερα των πιο αδύναμων κρατών μελών σε καταστάσεις που θυμίζουν παλαιότερες -πρόσφατες- εποχές, τερματίζοντας επί της ουσίας την περίοδο “χαλάρωσης” των τελευταίων χρόνων.
Πιο συγκεκριμένα, το Σύμφωνο Σταθερότητας “απαιτεί” από τα κράτη μέλη να έχουν δημοσιονομικό έλλειμμα κάτω του 3% και δημόσιο χρέος κάτω του 60% του ΑΕΠ.
Συνεπώς, όσες χώρες αδυνατούν να προσαρμόσουν τις οικονομίες τους σε αυτά τα νούμερα, θα αναγκάζονται να επιβάλλουν μέτρα λιτότητας ώστε να ανταπεξέλθουν στις απαιτήσεις της ΕΕ.
Με το ελληνικό δημόσιο χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ να βρίσκεται στο 171% του ΑΕΠ, είναι φανερό ότι βαίνουμε προς ολοταχώς σε έναν νέο κυκεώνα οικονομικής λιτότητας.
Έναν νέο κύκλο διαπραγματεύσεων, περικοπών και ιδιωτικοποιήσεων που θα δυσχεράνει ακόμα περισσότερη την καθημερινότητα του λαού.
Ξέρουμε από πρώτο χέρι το τι σημαίνει η διάσωση της οικονομίας:
Ακόμα πιο φτηνή και εντατικοποιημένη εργασία, ιδιωτικοποιήσεις, αύξηση της φορολογίας στη βάση.
Οι μνημονιακές πολιτικές συνδεδεμένες με τη συρρίκνωση του εισοδήματος της κοινωνικής πλειοψηφίας δεν αποτελούν μια μακρινή εικόνα του παρελθόντος που ανήκει στο χρονοντούλαπο της ιστορίας.
Η σημερινή επίπλαστη φούσκα της ελληνικής οικονομίας, είναι έτοιμη να σκάσει. Και τότε είναι που οι ζωντανές ρέουσες εικόνες του πρόσφατου παρελθόντος θα σκιαγραφήσουν εκ νέου την εικόνα του παρόντος και του μέλλοντός που μας επιφυλάσσει η ΕΕ.
Με σχεδόν βέβαιο ότι η ελληνική αστική κεφαλαιοκρατική πολιτική θα επιδιώξει την ενίσχυση των επιχειρήσεων, με επιπλέον -ξένες- επενδύσεις να αλωνίζουν ένθεν και εκείθεν, με τον τόπο να μετατρέπεται σε μια απέραντη τουριστική, επενδυτική και στρατιωτικοποιημένη, για λογαριασμό του ΝΑΤΟ, κοιλάδα.
Η νέα εποχή της βαρβαρότητας προμηνύει ένα αμφίρροπο πολιτικό και κοινωνικό σκηνικό, το οποίο δε θα μας βρει ούτε αμέτοχους, ούτε ανοργάνωτους.