Κείμενο συμβολής στη διαδικασία του συνεδρίου “για τον αγώνα κατά των ναρκωτικών”
Κείμενο συμβολής στη διαδικασία του συνεδρίου “για τον αγώνα κατά των ναρκωτικών” το οποίο διοργανώθηκε από το Λαϊκό Μέτωπο και την επιτροπή αγώνα κατά των ναρκωτικών, στις 3-4 Ιουνίου στη Νομική σχολή:
“…Το χειρότερο από όλα αυτά τα φάρμακα ήταν ένα ποτό που παρασκευαζόταν από όπιο και λάβδανο και πουλιόταν με την ονομασία Godfrey’s Cordia.l […] Μικρά παιδιά ακόμη και πέντε χρονών εξαναγκάζονται να δουλεύουν στα εργοστάσια σε άθλιες συνθήκες. Οι “λύσεις” για τους καταπιεσμένους ήταν δυο. Από τη μια η παραίτηση, η υποταγή, ο αλκοολισμός, τα ναρκωτικά. Από την άλλη η Αντίσταση, η Εξέγερση, η Αξιοπρέπεια.”
(Ένγκελς «Η κατάσταση της εργατικής τάξης στην Αγγλία»)
Στις μέρες μας με το βάθεμα της καπιταλιστικής κρίσης και της συνεπακόλουθης επιθετικότητας του καπιταλιστικού-ιμπεριαλιστικού συστήματος, υπάρχουν θέσεις που ιδεολογικοποιούν ή προσεγγίζουν μονοδιάστατα τη χρήση και την εξάρτηση από ναρκωτικές ουσίες.
Δεν είναι τυχαίο ότι τις περισσότερες φορές η αναφορά στη χρήση των ναρκωτικών, αποσυνδέεται από την υπάρχουσα πολιτικο-οικονομικη κατάσταση, δηλαδή από τις κυρίαρχες καπιταλιστικές σχέσεις παραγωγής. Σχέσεις πάνω στις οποίες δομείται ένα πλέγμα εκμεταλλευτικών και καταπιεστικών κοινωνικών σχέσεων, που αδυνατεί να αναγνωρίσει, πόσο μάλλον να αμβλύνει τον ανθρώπινο πόνο, που δρα χειριστικά, εξαπατά, καταδικάζει σε σιωπηρούς θανάτους, έχοντας στον πυρήνα της φιλοσοφίας του τον ατομισμό, την επιδίωξη δηλαδή του ατομικού οφέλους, αλλά και την αυταπάτη πως το άτομο μπορεί από μόνο του να δώσει λύση σε κοινωνικά προβλήματα.
Πόσο μάλλον σε αυτή τη συγκυρία όπου ένα σημαντικό κομμάτι των παραγωγικών δυνάμεων καταστρέφεται με πρώτη και κύρια την εργατική δύναμη, οι αιτίες που οδηγούν συνάνθρωπους μας στη χρήση ουσιών πληθαίνουν.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι πως σε όλη την περίοδο της πανδημίας, της υγειονομικής κρίσης και των lock down εκτοξεύτηκε κατακόρυφα η χρήση ναρκωτικών με κυρίαρχη την κοκαΐνη.
Μέσα στα αδιέξοδα που γεννά ο καπιταλισμός γεννιούνται και οι επίπλαστες ανάγκες. Κάπως έτσι προκύπτει και ανάγκη για χρήση. Η ψευδαίσθηση της ελευθερίας κρατάει όσο και η επίδραση της ουσίας και δίνει τη θέση της στην απόλυτη ψυχολογική και υπό περιπτώσεις σωματική εξάρτηση σε αυτή, καθώς και στα συμπτώματα που προκαλεί η στέρησή της.
Μια κατάσταση που κάνει τον χρήστη συχνά αντικοινωνικό, απομονωμένο και πολλές φορές δυσχεραίνει ακόμα και τη στοιχειώδη συλλογική παρουσία και δράση απέναντι στα προβλήματα της ζωής και τη δυνατότητα του ατόμου για κοινωνικοποίηση χωρίς να βρίσκεται υπό την επήρεια ουσιών.
Ας μην ωραιοποιούμε άλλο την κατάσταση στο όνομα μίας “δυτικής προέλευσης” επίκλησης στην ελευθερία: Αργά ή γρήγορα, τα ναρκωτικά ωθούν στις περισσότερες περιπτώσεις στην αδράνεια, στην παραίτηση, στην εξαθλίωση, στην κατάθλιψη, σε κοινωνική απονέκρωση, αλλά και σε σοβαρά προβλήματα υγείας, ψυχικής και σωματικής.
Είναι άλλωστε συγκεκριμένος και ο λόγος για τον οποίο παράγονται και ο σκοπός που εξυπηρετούν: Είναι η ψευδής, πρόσκαιρη, ατομική και εσωστρεφής απόδραση από μια αφόρητη πραγματικότητα βασισμένη πάνω στην εκμετάλλευση, μία ακόμη πηγή κέρδους για το κεφάλαιο, νόμιμο ή παράνομο.
Αλλά αλήθεια πόσo ελεύθερη μπορεί να είναι μια επιλογή όταν η χρήση υποκαθιστά καίριες ανάγκες, όπως την ανάγκη μας να υπάρξουμε σαν κοινωνικά όντα, να μην αλλοτριωθούμε από την εργασία μας, να οραματιστούμε και να αγωνιστούμε για μία κοινωνία χωρίς εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο;
Η εκμετάλλευση της εργατικής μας δύναμης έχει αντανάκλαση πάνω σε φαινόμενα όπως η εξάρτηση, η κοινωνική αλλοτρίωση, ο ατομικισμός, η ναρκοκουλτούρα, ο ανταγωνισμός, η απομόνωση. Πόσο μάλλον σήμερα που έχουμε φθάσει στο ανώτατο στάδιο του καπιταλισμού, το ιμπεριαλιστικό, όπου υπάρχει ραγδαία όξυνση της αντίθεσης μεταξύ αυτών που παράγουν τον πλούτο και αυτών που τον ιδιοποιούνται, μεταξύ των λαών που ζουν σε διαφορετικά σημεία του κόσμου και των οποίων οι συνθήκες ζωής καθορίζονται από τη θέση της χώρας τους στην ανισομερή καπιταλιστική ανάπτυξη.
Στον καπιταλισμό η χρήση είναι ένας εύκολος τρόπος διαφυγής από τα καθημερνά αδιέξοδα. Προορίζεται και δρα ως ένα μέσο αποπροσανατολισμού έτσι ώστε τα άτομα να μην έρχονται πότε αντιμέτωπα με τις αιτίες που γεννούν και θρέφουν την καταπίεση και την εκμετάλλευση που τα ίδια βιώνουν. Πόλεμος, φτώχεια, ακρίβεια, πλειστηριασμοί, ελάχιστη πρόσβαση στη δημόσια υγεία, καμία ασφάλεια στις μετακινήσεις, διακρίσεις και ανισότητες σε κάθε πτυχή της ζωής.
Επίσης, η κερδοφορία του παράνομου κεφαλαίου μέσω της πώλησης και της διακίνησης (μιας και είναι η δεύτερη πιο κερδοφόρα παράνομη δραστηριότητα μετά το εμπόριο όπλων), αλλά και μετέπειτα μέσω του ξεπλύματος και επανεπένδυσης με νόμιμο τρόπο αυτή την φορά, είναι καθοριστική για την ενίσχυση της οικονομίας αλλά και της παραοικονομίας. Είναι χαρακτηριστικά τα παραδείγματα των εφοπλιστών που πιάνονται με τόνους ναρκωτικών ουσιών και έχουν σχέση με διάφορα καρτέλ χωρίς να τιμωρούνται, βοηθούμενοι πάντα από τη σχέση εξάρτησης που έχουν με την αστική δικαιοσύνη και επωφελούμενοι από την εξουσία που ασκούν σε αυτήν και τους υποτιθέμενους λειτουργούς της.
Το φαινόμενο της εξάρτησης δεν πρόκειται ποτέ να αντιμετωπιστεί όσο υπάρχουν οι σημερινές σχέσεις παραγωγής. Αυτό το γνωρίζει καλά η αστική τάξη, η οποία φροντίζει να τις συντηρεί με κάθε κόστος και να εργαλειοποιεί τα ναρκωτικά προς συμφέρον της. Σε πολλές χώρες ανά τον κόσμο η προώθηση ναρκωτικών δεν παρουσιάστηκε, άλλωστε, σε ουδέτερο χρόνο. Από τη χώρα μας όπου λίγο μετά τα δεκεμβριανά οι Άγγλοι εισήγαγαν μεγάλες ποσότητες ναρκωτικών, κυρίως χασίς, για να τσακίσουν και με αυτό το τρόπο το λαϊκό κίνημα, μέχρι τις ΗΠΑ όπου διακινούνταν ναρκωτικά σε κοινότητες αφροαμερικάνων ως ένα μέσο ελέγχου τους και αποπροσανατολισμού από τις συνθήκες καταπίεσης, εκμετάλλευσης και αδικίας που βίωναν, όπως κατήγγειλαν και οι Μαύροι Πάνθηρες.
Από τον πόλεμο του οπίου μεταξύ της Κίνας και της Μ. Βρετανίας (1839-1842), στον πόλεμο του Βιετνάμ(1955-1975), στον 1ο και στον 2ο παγκόσμιο πόλεμο και από την Αργεντινή του 2000 και την αρχή της οικονομικής κρίσης, μέχρι και πάλι πίσω στην Ελλάδα όπου στα δυσμενή μνημονιακά και μεταμνημονιακά χρόνια υπήρχε έξαρση διακίνησης και χρήσης ναρκωτικών, βλέπουμε ότι η εξάπλωση των ουσιών είτε στην επιστρατευμένη εργατική τάξη είτε στο κοινωνικό πεδίο, χρησιμοποιείται από την άρχουσα τάξη ως μέσο κερδοφορίας, καταστολής και αποπροσανατολισμού των κοινωνικών αντιδράσεων. Σε αυτό το σημείο είναι σημαντικό να αναφέρουμε πως το μόνο σημείο που δεν βομβάρδισαν οι Αμερικάνοι στο Αφγανιστάν ήταν οι φυτείες του οπίου, τις οποίες εκμεταλλεύονταν σαν κύρια πηγή εσόδων για την συντήρηση της παρουσίας τους.
Επιπλέον, όσον αφορά τις συνέπειες χρήσης ναρκωτικών ουσιών και την εξάρτηση από αυτές, πολλές φορές σε κουβέντες περί σκληρών και μαλακών ναρκωτικών, παραγνωρίζεται το γεγονός ότι όλες οι ναρκωτικές ουσίες είναι (ψυχολογικά/σωματικά) εξαρτησιογόνες και βλαπτικές για τη σωματική και ψυχική υγεία. Ενδεικτικά, σύμφωνα με έρευνες, περίπου το 9% των ανθρώπων που κάνουν χρήση μαριχουάνας, θα εξαρτηθούν από αυτήν, ποσοστό το οποίο φτάνει σχεδόν το 17%, για όσους ξεκινάνε χρήση κατά την εφηβική ηλικία.
Αποδεχόμενοι την επιστήμη και τα πορίσματά της, αλλά και υπό ένα κοινωνικοπολιτικό και όχι αυστηρά ιατρικό πλαίσιο διαλόγου, οφείλουμε, λοιπόν, να είμαστε ξεκάθαροι. Ασχέτως αν η κατάληξη μιας εξαρτησιογόνας ουσίας οδηγεί στον βιολογικό θάνατο, τα ναρκωτικά εν συνόλω, μεταφράζονται σε κοινωνική απονέκρωση. Δεν έχει μόνο σημασία το ποια είναι η χημική ουσία του κάθε ναρκωτικού, αλλά τι αποτελέσματα έχει αυτή, καθώς ο άνθρωπος με τη χρήση ουσιών έχει την ανάγκη να ξεφύγει από την πραγματικότητα και όχι να την αντιμετωπίσει. Παράλληλα, εξάλλου, με την αγοραπωλησία ναρκωτικών, στηρίζεται τό νόμιμο ή παράνομο κεφάλαιο, οι ναρκοπαραγωγοί και οι ναρκέμποροι, που κερδοφορούν στις πλάτες των καταπιεσμένων, θέτοντας σε κίνδυνο τη σωματική και την ψυχική τους υγεία, ακόμα και την ίδια τους τη ζωή.
Ταυτόχρονα, δεν είναι αμελητέο το ότι και το ζήτημα της απεξάρτησης, όπως και τα πάντα στον καπιταλισμό, μπαίνει στη ζυγαριά κόστους-οφέλους. Όπως και στο σύνολο της η δημόσια υγεία είναι υποτιμημένη με άμεσο σκοπό την ιδιωτικοποίηση της, έτσι αντίστοιχα συμβαίνει και με τα κέντρα απεξάρτησης ή με την γενικότερη φροντίδα και πρόληψη που πρέπει να υπάρχει για τις εξαρτήσεις. Η υποχρηματοδότηση και η υποστελέχωση είναι μόνιμο φαινόμενο, με το προσωπικό να δουλεύει όλο και πιο εντατικά και με όλο και λιγότερα μέσα.
Αυτή είναι η λογική του νεοφιλελευθερισμού και μέσα σε αυτήν εντάσσεται και η πολιτική της ΕΕ που μετατοπίζει όλη την ευθύνη στον καθένα και στην καθεμιά, αποσυνδέοντας την από τις κοινωνικοοικονομικές συνθήκες που το ίδιο το φαινόμενο εμφανίζεται.
Η πάλη λοιπόν ενάντια σε όλα τα ναρκωτικά και σε κάθε μορφή εξάρτησης, που ναρκώνει τα μυαλά των νέων ανθρώπων είναι πάλη ενάντια στο σύστημα που τα θρέφει και τα συντηρεί.
Είναι πάλη ενάντια στο σύστημα που θέλει τους νέους ανθρώπους στο περιθώριο της κοινωνικής ζωής και μέσα στα ασαφή όρια της παραοικονομίας.
Είναι πάλη ενάντια στην αστική ιδεολογική ηγεμονία πάνω στις ζωές των νέων προλετάριων, στις ψευδείς αποδράσεις και στα καπιταλιστικά πρότυπα ζωής και κοινωνικοποίησης.
Είναι πάλη ενάντια στην εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο, είναι πάλη ενάντια στον καπιταλιστικό τρόπο οργάνωσης της παραγωγής και των κοινωνικών σχέσεων.
Και αυτή η πάλη δεν στοχοποιεί ούτε όσους είναι εξαρτημένοι, ούτε τους περιστασιακούς χρήστες, αλλά ούτε πρέπει να θεωρείται δεδομένη για το σύνολο των μελών των συλλογικοτήτων και των οργανώσεων του κινήματος, για το σύνολο των ανθρώπων που αγωνίζονται, που αποτελούν ταυτόχρονα κομμάτι της κοινωνίας που προσπαθούν να αλλάξουν, που προσπαθούμε να αλλάξουμε.
Γιατί όπως, είπαμε και προηγουμένως, οι εξαρτήσεις δεν πρέπει να γίνονται αντιληπτές ως ατομικό πρόβλημα, αλλά ως πρόβλημα κοινωνικό, ως αποτέλεσμα ενός συγκεκριμένου μοντέλου οργάνωσης της παραγωγής και των κοινωνικών σχέσεων.
Και είναι στο χέρι των οργανώσεων του κινήματος να αναδείξουν πως αν υπάρχει μία πιθανότητα αυτές να παύσουν, αυτό μπορεί να γίνει μόνο με τον συγχρονισμό παραγωγικής ατομικής και συλλογικής δουλειάς που ξεκινά στο σήμερα και τελειώνει στο αύριο με μια καθολικά χειραφετική διάσταση της επερχόμενης νικηφόρας προλεταριακής και λαϊκής επανάστασης.
Μια αποτύπωση αυτής της θέσης αποτέλεσε και ο αγώνας ενάντια στις ναρκομαφίες στα Εξάρχεια. Το αστικό κράτος επί χρόνια προσπάθησε να εκφυλίσει την γειτονιά των Εξαρχείων χρησιμοποιώντας τα ναρκωτικά και τις μαφίες. Προσπάθησαν με αυτό τον τρόπο να χτυπήσουν την αγωνιστική αυτή γειτονιά και τους κατοίκους της.
Εμείς από την πλευρά μας συμμετείχαμε στον αγώνα αυτό, έναν αγώνα με μεγάλη πολιτική σημασία, αντιστεκόμενοι στα σχέδια και στη συνεργασία κεφαλαίου, μαφίας, αστυνομίας.
Ένας αγώνας πολύ σημαντικός ο οποίος είναι κομμάτι του πολιτικού αγώνα ενάντια στον ιμπεριαλισμό και το σύστημα εκμετάλλευσης.
Διαρκής Αγώνας για την ταξική απελευθέρωση