Ανταπόκριση & Εισήγηση του Διαρκούς Αγώνα στην Βιβλιοπαρουσίαση: “Gentrification και Εκτοπισμός, μια μελέτη και μερικές σκέψεις για το τι γίνεται στις γειτονιές μας” [20/4/2024, Θεσσαλονίκη, Γκαρμπολά 12]
Με μεγάλη συμμετοχή, το Σάββατο 20/4, στην Γκαρμπολά 12, πραγματοποιήθηκε η βιβλιοπαρουσίαση του “Gentrification και Εκτοπισμός, μια μελέτη και μερικές σκέψεις για το τι γίνεται στις γειτονιές μας”, με τη συμμετοχή της συντρόφισσας και συγγραφέος του βιβλίου Μαρίας Μπουσδέκη. Η εκδήλωση εντάσσεται στην ευρύτερη δραστηριοποίηση μας με το ζήτημα της στεγαστικής κρίσης, των αναπλάσεων, του “εξευγενισμού” (gentrification) και της τουριστικοποίησης. Πολύτιμη ήταν και η συζήτηση που ακολούθησε, η οποία ανέδειξε και στόχους πάλης σε σχέση με την λαϊκή κατοικία και την υπεράσπισή της, τους αγώνες για μπλοκάρισμα εξώσεων & πλειστηριασμών και για την μείωση των ενοικίων, καθώς και για την κοινωνική χρήση του δημόσιου χώρου και τη διαμόρφωση της ζωής μας στην πόλη στη βάση των αναγκών της εργαζόμενης πλειοψηφίας.
Ακολουθεί απόσπασμα από τον πρόλογο του βιβλίου:
“Η τρέχουσα συγγραφή περιλαμβάνει μια πλήρη ανάδυση των πολιτικών και οικονομικών στρατηγικών, που συνέβαλαν στη διαμόρφωση του αστικού χώρου ήδη από τις αρχές του 20ού αιώνα.
Οι διαδικασίες της αστικοποίησης και της εξευγενοποίησης των χώρων της πόλης εξάλλου, αποτελούν ένα παγκόσμιο φαινόμενο που, όπως αναδύεται και στο παρόν βιβδίο, ταυτίζεται με τις καπιταλιστικές πολιτικές και τα συμφέροντα του κεφαλαίου. […]
Πρόκειται για ένα συγγραφικό έργο, που επιθυμεί να ανοίξει διάλογο με τα τρέχοντα κινήματα της πόλης, ενάντια σε μια μητρόπολη που αλλάζει συνεχώς. Με επίκεντρο τις πολιτικές της εξευγενοποίησης, της αστικοποίησης και της ωραιοποίησης που απονεκρώνουν τις γειτονιές, μετατρέποντας, τόσο τη γειτονιά όσο και τη ζωή εντός της, σε τουριστικό “προϊόν” προς κατανάλωση, η συγγραφέας παρουσιάζει τους σύγχρονους προβληματισμούς γύρω από την πόλη και την αρχιτεκτονική συνδέοντας τους με τα πεδία των πολιτικών, κοινωνικών και οικονομικών επιστημών αλλά και με τις συνθήκες της ταξικής πόλης”.
Ακολουθεί η εισήγηση του Διαρκούς Αγώνα στην βιβλιοπαρουσίαση που πραγματοποιήθηκε στην Θεσσαλονίκη:
Με την σημερινή βιβλιοπαρουσίαση, θέλουμε να συμβάλουμε στον δημόσιο πολιτικό λόγο και να θέσουμε τα θεμέλια για μία ευρύτερη συζήτηση που αφορά (και) στην πόλη της Θεσσαλονίκης και τα όσα συμβαίνουν στις γειτονιές μας τον τελευταίο καιρό. Κατ’ αυτό τον τρόπο, ανοίγουμε τον διάλογο με τα τρέχοντα κινήματα της πόλης, ενάντια σε μια μητρόπολη που αλλάζει συνεχώς.
Σε παγκόσμιο επίπεδο, οι διαδικασίες αστικής εξαθλίωσης αφορούν στη συντριπτική πλειοψηφία των πόλεων σε όλο τον κόσμο. Από το 2008, ο αστικός πληθυσμός της γης έφτασε να αποτελεί τον μισό πληθυσμό όλου του πλανήτη. Με την τάση του ρυθμού αστικοποίησης να αυξάνεται, οι πόλεις και, ευρύτερα, οι μητροπολιτικές τους περιοχές έχουν υποστεί ριζικούς μετασχηματισμούς, ενώ ύπαιθρος ερημώνει δραματικά. Η χωρική οργάνωση της παραγωγής επικεντρώνεται ολοένα και περισσότερο στα μητροπολιτικά κέντρα και ιδίως στις λεγόμενες παγκόσμιες πόλεις, σε γεωγραφικούς κόμβους δηλαδή, που πλέκουν την ιεραρχία του παγκόσμιου εμπορικού και χρηματιστικού συστήματος. Νέες “αστικές” συνθήκες αναδύονται σε ένα ταχέως μεταβαλλόμενο και συγκρουσιακό πλαίσιο, μέσα από μία κοινωνικο-χωρική διαλεκτική, στην οποία, θεωρητικά, οι άνθρωποι διαμορφώνουν καθημερινά τις πόλεις, ενώ παράλληλα διαμορφώνονται από αυτές. Παράλληλα, τα τελευταία τριάντα χρόνια, η ιδεολογική κυριαρχία του μοντέλου της νεοφιλελεύθερης αστικοποίησης, έχει ομογενοιοποιήσει τον αστικό σχεδιασμό, αγνοώντας τις τοπικές πραγματικότητες που διαμορφώνουν τις υλικές και αντικειμενικές συνθήκες της καθημερινής ζωής της ντόπιας εργατικής τάξης και των λαϊκών στρωμάτων. Αντ’ αυτού, προωθεί ετοιμοπαράδοτες πολιτικές λύσεις, όπως η Ανθεκτική, η Βιώσιμη, η Δημιουργική, η Έξυπνη Πόλη, που αποδεικνύονται, στην πράξη, ανίκανες να απαντήσουν στα πραγματικά προβλήματα των κατοίκων των πόλεων.
Στην Ελλάδα, η συνεχιζόμενη καπιταλιστική κρίση φαίνεται να έχει δρομολογήσει ήδη σημαντικούς μετασχηματισμούς στην αστική καθημερινότητα. Ο Λαός, και ιδίως τα χαμηλά οικονομικά στρώματα, βιώνει κατακόρυφες αυξήσεις σε ενοίκια, τρόφιμα, ενέργεια, σε συνδυασμό με την αυξανόμενη ανεργία, τον πολλαπλασιασμό των εργατικών «ατυχημάτων», την εντατική δουλειά χωρίς δικαιώματα, την επιβολή αντιδραστικών πολιτικών και ιδιωτικοποιήσεων, κάτω από το βάρος της επικράτησης του συμφέροντος των ισχυρών και της κερδοσκοπίας. Παράλληλα, η στεγαστική κρίση γιγαντώνεται. Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ σχετικά με τις συνθήκες διαβίωσης, ένα στα δύο νοικοκυριά (ποσοστό 47,3%) δυσκολεύεται να πληρώσει το νοίκι, τη δόση δανείου και τους λογαριασμούς. Στις γειτονιές της Θεσσαλονίκης, όπως και σε άλλες ελληνικές πόλεις, βιώνουμε μια καθημερινή συνθήκη φτωχοποίησης της εργατικής τάξης και των λαϊκών στρωμάτων, σε συνδυασμό με την αυξανόμενη καταστολή και πολεμική προετοιμασία. Σκιαγραφείται μια συνθήκη όπου οι ταξικές αντιθέσεις βαθαίνουν με γοργούς ρυθμούς και η επίθεση του κεφαλαίου επεκτείνεται σε όλες τις πτυχές της ζωής και της τάξης μας.
Η εξοικείωση με τις στρατηγικές της νεοφιλελεύθερης αστικοποίησης, καθώς και η ανάλυση των κοινωνικο-χωρικών φαινομένων εντός της πόλης και των μεταβαλλόμενων οικονομικών δομών στη κοινωνική συγκρότηση της, αποτελεί ζωτικής σημασίας για την κατανόηση των ταξικών αντιθέσεων που αναπαράγονται στον αστικό χώρο.
Οι σύγχρονες μητροπόλεις αποτελούν πολύπλοκα συστήματα, γεμάτες αντιθέσεις και αντιφάσεις, τόποι όπου «όλες οι τάξεις των ανθρώπων αναμειγνύονται, πολλές φορές απρόθυμα και ανταγωνιστικά, για να παραγάγουν μια κοινή, αν και διαρκώς μεταβαλλόμενη και εφήμερη ζωή». Κατ’ αυτό τον τρόπο, η πόλη βρίσκεται στο επίκεντρο δύο συγκρουσιακών διαδικασιών: πρώτον, των στρατηγικών αναδιάρθρωσης και επενδύσεων του κεφαλαίου σε συνεργασία με την επιβολή ελέγχου από την πολιτική εξουσία. Και δεύτερον, των αγώνων αντίστασης στις παραπάνω διαδικασίες από την εργατική τάξη και τους απόκληρους των πόλεων. Στο πλαίσιο αυτό, ο αστικός χώρος φιλοξενεί μια μεγάλη ποικιλία – αντιφατικών πολλές φορές – χρήσεων γης και χαρακτηρίζονται από καπιταλιστικές επενδύσεις και υψηλό ανταγωνισμό σε σχέση με τον διαμοιρασμό των κοινών τους πόρων. Η αντίφαση μεταξύ της κοινωνικής παραγωγής και της ιδιωτικοποίησης των δημόσιων αγαθών και των νέων περιφράξεων των λεγόμενων αστικών κοινών, είναι ιδιαίτερα σημαντική σε αυτή την συζήτηση, καθώς το δικαίωμα στην πόλη, ή με άλλα λόγια η ελευθερία να κατοικούμε, να ζούμε και να συμμετέχουμε στην πόλη χάνεται, ή τουλάχιστον περιορίζεται μέσα από μια διαδικασία μετατροπής της πόλης σε εμπόρευμα, που υπόκειται στους νόμους της προσφοράς και της ζήτησης. Εν τέλει, η κοινωνική παραγωγή της πόλης συνυπάρχει με την ιδιωτικοποίηση της και την απώλεια ελευθερίας κατοίκησης, επηρεάζοντας, περιορίζοντας και αποκλείοντας την πρόσβαση της εργατικής τάξης στην πόλη.
Λίγα λόγια για το Gentrification;
Μια από τις διαδικασίες εκτοπισμού και υφαρπαγής της πόλης από τους κατοίκους της, είναι αυτό που η βρετανίδα μαρξίστρια κοινωνιολόγος, Ruth Glass όρισε ως «gentrification», ήδη από το 1964, για να περιγράψει τον βίαιο μετασχηματισμό και την εισβολή της μεσαίας τάξης στις εργατικές συνοικίες του Notting Hill και Islington, στο Λονδίνο. Όπως αναφέρει και η Μαρία στο βιβλίο της, στην περιορισμένη ελληνική βιβλιογραφία, η ακριβής απόδοση του όρου στα ελληνικά είναι ιδιαίτερα δύσκολη και συνήθως χρησιμοποιούνται διαφορετικές μεταφράσεις όπως «αναβάθμιση», «ανάπλαση», «αναζωογόνηση», με τον επικρατέστερο τον όρο «εξευγενισμός». Σε αυτό το σημείο, αξίζει να σημειώσουμε ότι έχει σημασία ο ταξικός χαρακτήρας του όρου gentrification. Gentry στην αγγλική κοινωνία δεν είναι άλλοι από τα ανώτερα στρώματα της μεσαίας τάξης, αυτοί που είναι κάτω ακριβώς από την αριστοκρατία, δηλαδή οι μη-αριστοκράτες λευκοί ευγενείς.
Το gentrification, ως φαινόμενο που λαμβάνει χώρα στον αστικό χώρο, αποτελεί αναπόσπαστο μέρος μιας καπιταλιστικής διαδικασίας που οδηγεί στην κοινωνική εμπέδωση της ανισότητας και στον πραγματικό χωρικό διαχωρισμό μεταξύ πλουσίων και φτωχών εντός των πόλεων, μετατρέποντας ορισμένες κοινωνικά περιθωριακές εργατικές περιοχές του κέντρου της πόλης σε περιοχές κατοικίας των μεσαίων τάξεων. Στην πραγματικότητα το gentrification είναι μια διαδικασία ταξικού μετασχηματισμού που αλλάζει την ανθρωπογεωγραφική σύνθεση μιας γειτονιάς και τον χαρακτήρα της ριζικά. Ως δίαυλος της νεοφιλελεύθερης προσέγγισης στον σχεδιασμό της πόλης και των διαδικασιών συσσώρευσης του κεφαλαίου, συνεπάγεται την αύξηση των ενοικίων και των τιμών των ακινήτων, την ιδιωτικοποίηση του δημόσιου χώρου, τον εκτοπισμό των πιο αδύναμων και την πολιτιστική ομογενοποίηση, χαρακτηριστικά τα οποία συνοδεύουν την ιμπεριαλιστική επέκταση, υπό την επιρροή μιας υπερεθνικής ελίτ και του ηγεμονικού ελέγχου του κεφαλαίου. Η βάση, λοιπόν, της διαδικασίας βρίσκεται στην εσκεμμένη υποβάθμιση κεντρικών γειτονιών των πόλεων και συνεπώς στην απαξίωση και υποτίμηση του κεφαλαίου που έχει ήδη επενδυθεί σε αυτές, ανοίγοντας τον δρόμο για πιο οικονομικά κερδοφόρες χρήσεις γης. Αξίζει βέβαια να σημειωθεί ότι παρόμοιες διαδικασίες έχουν πρόσφατα παρατηρηθεί και στα προάστια πολλών πόλεων, κυρίως των ΗΠΑ, της Αυστραλίας και του Ηνωμένου Βασιλείου.
Κοινό τόπο σε κάθε προσπάθεια ερμηνείας του φαινομένου αποτελεί η διαπίστωση ότι βασικός στόχος του είναι ο σταδιακός εκτοπισμός της κοινωνικής βάσης και η αλλαγή της κοινωνικής σύνθεσης και του χαρακτήρα ολόκληρων γειτονιών, με πρόσχημα τη βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης. Με άλλα λόγια, το gentrification αναφέρεται σε μια διαδικασία που αποσκοπεί στην εκκαθάριση των φτωχογειτονιών και της αντικατάστασης του πληθυσμού τους, όπου οι παλαιότεροι κάτοικοι που προέρχονται κυρίως από την εργατική τάξη, εκδιώκονται λόγω της αύξησης των ενοικίων, και στην θέση τους έρχονται να ζήσουν νέοι κάτοικοι από μεσαία κοινωνικά στρώματα και υψηλότερη αγοραστική δύναμη. Ταυτόχρονα, οι εκτοπισμένοι/ες βρίσκονται σε χειρότερη θέση από ό,τι πριν, καθώς αποκλείονται από τις βασικές λειτουργίες της κεντρικής πόλης όπως: δομές εκπαίδευσής (σχολεία, πανεπιστήμια), υγείας (νοσοκομεία, πρωτοβάθμια φροντίδα) και κοινωνικής υποστήριξης, με την παράλληλη απώλεια θέσεων εργασίας, την αυξανόμενη επισφάλεια και την διάσπαση των δεσμών αλληλεγγύης και εγγύτητας. Αν και οι ορισμοί ποικίλλουν, μελετητές/τριες συμφωνούν ότι το gentrification διακρίνεται από τέσσερα βασικά χαρακτηριστικά: (1) επανεπένδυση κεφαλαίου, (2) αύξηση των δημογραφικών στοιχείων υψηλού εισοδήματος, (3) αλλαγή τοπίου και χρήσεων, και (4) άμεσο ή έμμεσο εκτοπισμό ομάδων χαμηλού εισοδήματος.
Το φαινόμενο κάθε άλλο παρά μονοσήμαντο είναι. Εκ πρώτης όψεως και ιδίως μέσα από την κυρίαρχη αφήγηση, φαίνεται να έχει μία a priori θετική έννοια, που βέβαια αποκρύπτει παντελώς τα κοινωνικά ζητήματα που δημιουργεί. Η όλη αποδοχή των διαδικασιών συνοδεύεται από μια συγκεχυμένη ρητορική για τις γκετοποιημένες γειτονιές που βασίζεται στο ζήτημα της ασφάλειας και τη δαιμονοποίηση συγκεκριμένων πληθυσμιακών ομάδων, μέσα από την κατασκευή εγκληματικών ταυτοτήτων και την αναπαραγωγή εθνοτικών στερεοτύπων. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται στο βιβλίο, το gentrification, παρουσιάζεται συνήθως σαν αναπτυξιακός παράγοντας για την αναγέννηση μίας περιοχής, προωθώντας μία εικόνα «καθαρή, αποστειρωμένη […] μακριά από βρώμικους εργάτες, τοξικοεξαρτημένους και άστεγους».
Αν και το φαινόμενο, αποκτά ξεχωριστά χαρακτηριστικά ανάλογα με τον γεωγραφικό τόπο και τη χρονική συγκυρία, σήμερα αποτελεί μια παγκόσμια πρακτική καπιταλιστικής λεηλασίας με ολέθριες συνέπειες για την εργατική τάξη. Σε πολλές περιπτώσεις, όπως της Αθήνας, της Ρώμης, της Μαδρίτης, της Λισαβώνας και πολλών άλλων, αποτελεί κομμάτι μιας ευρύτερης πολιτικής για την ανάπλαση των ιστορικών κέντρων. Έτσι, το τελευταίο είτε μουσειοποιείται, είτε μετατρέπεται σε ένα μεγάλο Airbnb, με εντατική καταναλωτική και τουριστική χρήση.
Στην Ελλάδα, παρόλο που σχεδόν όλα τα κέντρα των μεγάλων πόλεων, έχουν περάσει από ριζικές πολεοδομικές και κοινωνικές αλλαγές, μέχρι πριν κάποια χρόνια δεν εντοπίζουμε αναλογική σύνδεση με το βάθος και τη ποιότητα του φαινομένου, όπως αυτό έχει εμφανιστεί σε άλλα σημεία του πλανήτη, με τις μελέτες να περιορίζονται στη μετατροπή υποβαθμισμένων και οριακά εγκαταλελειμμένων περιοχών σε ζώνες ψυχαγωγίας και διασκέδασης, όπως το Γκάζι και το Μεταξουργείο, ή στην τουριστική αναβάθμιση γειτονιών όπως η Πλάκα. Παρόλα αυτά, η αλματώδης αύξηση των ενοικίων, η γενικευμένη ακρίβεια, η τουριστικοποίηση της πόλης, οι νέες επενδύσεις Real Estate πολυεθνικών και funds, όσο και η απελευθέρωση των πλειστηριασμών πρώτης κατοικίας, απειλούν το ίδιο το δικαίωμα στη στέγαση.
Οι νέες αυτές μορφές αποκλεισμού εκδιώκουν τον Λαό, τόσο από τα σπίτια του, όσο και στο περιθώριο του κοινωνικού και φυσικού χώρου των πόλεων. Η διεκδίκηση βασικών δικαιωμάτων, όπως η προστασία της πρώτης κατοικίας και οι μειώσεις ενοικίων, οφείλει να υλοποιηθεί με κάθε μέσο και τρόπο, τόσο μέσα από την αποτροπή των εξώσεων και την επιβολή ενός συστήματος αυτομειώσεων στα ενοίκια, όσο και μέσα από τη διεκδίκηση των δικαιωμάτων στην στέγαση και στην πόλη, με πολιτικούς και μαζικούς όρους, ώστε να αποτυπωθούν και νομικά για να υπάρξει, για παράδειγμα, επαναφορά ρυθμίσεων για την προστασία της πρώτης κατοικίας ή/και επιβολή πλαφόν ανά τμ. στα ενοίκια.
Από μεριάς μας, διερωτόμαστε το πώς μπορεί να μοιάζει μια πιο ολιστική προσέγγιση για την κατανόηση αρχικά του φαινομένου και την αντίσταση στο gentrification; Αν και στο σήμερα μπορεί να μην έχουμε την απάντηση σε αυτό το ερώτημα, αυτή σίγουρα δεν μπορεί να βασίζεται σε έναν ρομαντικό εκδημοκρατισμό της πολιτικής των Δήμων ή της Περιφέρειας, μέσω της νίκης στις τοπικές εκλογές. Απαιτεί, πάνω απ’ όλα, ένα διατοπικό και πολύμορφο ταξικό κίνημα που να διεκδικεί το δικαίωμα της εργατικής τάξης στην πόλη, αυτών δηλαδή που την χτίζουν, την συντηρούν και την διατηρούν ζωντανή.
- Να αγωνιστούμε για την υπεράσπιση του δικαιώματος του Λαού στη στέγαση, που βάλλεται όχι μόνο από τους πλειστηριασμούς και τις εξώσεις, αλλά και από την ραγδαία αύξηση των ενοικίων, η οποία, δε φαίνεται να σταματά!
- Να συμβάλουμε σε έναν νέο πολιτικό λόγο και μια σειρά από χωρικές τακτικές, ικανές να καθιερώσουν νέους τρόπους πολιτικής παρέμβασης στον αστικό χώρο!
- Να αποκρυσταλώσουμε με έμπρακτους όρους το πλαίσιο αμφισβήτησης και εναντίωσης στις πολιτικές του κεφαλαίου, με την, παράλληλη, ενίσχυση των διατοπικών συντονισμών, εντός και εκτός πόλης, την εδαφικοποίηση της πολιτικής μας παρέμβασης στις γειτονιές και τις πλατείες και τον επαναπροσδιορίσμό της πόλης ως πεδίο ταξικών αγώνων!
Ποιας πόλης; Της δικής μας πόλης!