Διαρκής Αγώνας | Εισήγηση των εκδηλώσεων σε Αθήνα & Θεσσαλονίκη για τον νέο Ποινικό Κώδικα [Ά Μέρος]
Ά Μέρος : Πολιτική Τοποθέτηση για το ν/σ Φλωρίδη
Επιχειρώντας να ανοίξουμε έναν διάλογο γύρω από το ν/σ Φλωρίδη και να εντοπίσουμε τις βασικές αιχμές του, αναπόφευκτα ερχόμαστε αντιμέτωποι με το ζήτημα της κρατικής καταστολής εν γένει, δηλαδή, με το θεμελιώδες διακύβευμα της υπεράσπισης των κοινωνικών/ταξικών δικαιωμάτων και κατακτήσεων.
Μιλώντας λοιπόν για υπεράσπιση, είναι σαφές πως τοποθετούμαστε αμυντικά. Θα ήταν ανώφελος βερμπαλισμός, μέσα στο σημερινό περιβάλλον των ιδιαιτέρως αρνητικών κοινωνικών/ταξικών συσχετισμών, με την κινηματική οπισθοχώρηση και τον αποδεκατισμό από την μία και τον νεοφιλελεύθερο οδοστρωτήρα σε πλήρη λειτουργία από την άλλη, να ισχυριζόμασταν ότι είναι άμεσα εφικτό να διεκδικήσουμε επέκταση των δικαιωμάτων και των ελευθεριών μας.
Όμως, αυτή η αμυντική μας τοποθέτηση δεν πρέπει επ’ ουδενί να ταυτιστεί με την ηττοπάθεια, την οριοθετημένη αντίσταση ή την μίζερη αποδοχή. Το ακριβώς αντίθετο. Σήμερα, η υπεράσπιση των δικαιωμάτων μας απέναντι σε ένα καθεστώς ωμής κρατικής βίας και καταστολής απαιτεί σκληρούς και ανυποχώρητους αγώνες, τολμώντας να πούμε πως για την περιφρούρηση των κατακτήσεων που κερδήθηκαν με αίμα, απαιτείται και πάλι αίμα.
Ανιχνεύοντας λοιπόν, με αφορμή τον νέο Ποινικό Κώδικα, το νέο κατασταλτικό καθεστώς που ορθώνεται γύρω μας αλλά και τις απαραίτητες αντιστάσεις που πρέπει να στηθούν εναντίον του, ερχόμαστε μπροστά σε ένα κρίσιμο ερώτημα. Γιατί σήμερα, και για ποιανού τον λογαριασμό, το κράτος θωρακίζεται εξαπολύοντας όλο και πιο ωμή κατασταλτική βία; Χωρίς να αποπειραθούμε να απαντήσουμε σε αυτό το ερώτημα, χωρίς δηλαδή να ερμηνεύσουμε το συγκεκριμένο ιστορικό περιβάλλον μέσα στο οποίο ασκείται η συγκεκριμένη κρατική βία, οι πρακτικές μας θα εξακολουθήσουν να παραμένουν οριοθετημένες και αποσπασματικές.
Και σαν προέκταση των στρεβλώσεων που δημιουργεί η πολιτική αποσπασματικότητα έρχεται και η αδυναμία ή ακόμα και η απροθυμία επικοινωνίας με το έμμεσα εμπλεκόμενο κοινωνικό/ταξικό υποκείμενο. Η επικοινωνία αυτή αποτελεί ζωτική προϋπόθεση για να τοποθετηθεί το ζήτημα της καταστολής στις πραγματικές κοινωνικές/ταξικές του διαστάσεις, αλλά και για την αναζήτηση των απαιτούμενων αντίστοιχων συμμαχιών για να μπορέσουμε να αντισταθούμε σε αυτήν αποτελεσματικά και νικηφόρα. Για να αποφευχθεί, εν τέλει, η αυτο-περιχαράκωση του κινήματος σε μια – πολιτικά και στρατιωτικά- εκ των προτέρων χαμένη «μονομαχία» με το κράτος.
Αυτή η παραμορφωτική προσέγγιση, είναι και αυτή που αντιλαμβάνεται την καταστολή «ιδιοκτησιακά», δηλαδή ως επίθεση μονάχα στα πιο πρωτοπόρα αγωνιζόμενα υποκείμενα και όχι ως τροχιοδεικτική βολή για την επιβολή του κοινωνικού εκφοβισμού και της αδράνειας. Και είναι αυτή η προσέγγιση που τελικά μας αφοπλίζει πολιτικά, υποβιβάζοντας το ζήτημα των εκάστοτε υπό διαμόρφωση νέων συσχετισμών ισχύος, οι οποίοι περνάνε κυριολεκτικά από πάνω μας, σε μια «αναμέτρηση» του κινήματος με τις δυνάμεις καταστολής στο περιθώριο των κοινωνικών διεργασιών.
Βάσει των προηγούμενων, και σταχυολογώντας πάνω σε ορισμένες προβληματικές πτυχές της κατατεθειμένης αντικατασταλτικής εμπειρίας, επιχειρούμε να εξετάσουμε το ν/σ Φλωρίδη μέσα από μια πιο διευρυμένη οπτική. Να το εξετάσουμε δηλαδή σε συνάρτηση με τους δοσμένους ταξικούς/κοινωνικούς συσχετισμούς, και ακόμα πιο συγκεκριμένα, στην συγχρονία της τρέχουσας παγκόσμιας καπιταλιστικής κρίσης και της εγχώριας εκδοχής διαχείρισης της.
Έτσι, εκκινώντας από την μαρξική σκέψη και τον ορισμό του Δικαίου ως «θέληση της αστικής τάξης που αναγορεύτηκε σε νόμο», αντιλαμβανόμαστε το ν/σ Φλωρίδη πέρα από τον περιορισμένο πολιτικό ορίζοντα που κάνει αναφορά στην αφηρημένη έννοια του “κοινωνικού ελέγχου”. Αντιθέτως, το αντιλαμβανόμαστε ως υλική και συγκεκριμένη έκφραση της «θέλησης» του κεφαλαίου σε συνθήκες γενικευμένης κρίσης, δηλαδή, ως αιχμή για την θεσμική θωράκιση της κοινωνικής λεηλασίας και την κατασταλτική συντριβή των ταξικών αντιστάσεων εναντίον της.
Υπό αυτό το πρίσμα, το ν/σ Φλωρίδη αφορά κάτι παραπάνω από μια ιδεοληπτική κατασταλτική εμμονή της ακραίας νεοφιλελεύθερης κυβέρνησης της ΝΔ και της προσπάθειας της να συσπειρώσει το ακρο-δεξιό ακροατήριο της. Σαφώς αφορά και αυτό, αλλά όχι μόνο. Θεωρούμε πως η ιδεολογική προμετωπίδα της ΝΔ, η οποία σήμερα συγκροτείται γύρω από το δόγμα «Νόμος και Τάξη», αφορά κυρίως το ιστορικό φορτίο και την φυσιογνωμία της ως παραδοσιακό «κόμμα της αστικής τάξης». Δηλαδή, ως το μοναδικό κόμμα που αυτή τη στιγμή είναι ικανό να εφαρμόσει απρόσκοπτα, χωρίς περιστροφές και με περίσσια ωμότητα τις επιταγές του εγχώριου και διεθνούς κεφαλαίου στην πολιτική και οικονομική ζωή του τόπου. Να επιβάλλει , εν τέλει, τους όρους μιας αδιαμαρτύρητης κοινωνικής υποταγής στον Νόμο και την Τάξη της σύγχρονης δικτατορίας του κεφαλαίου.
Όμως, αυτοί οι όροι κοινωνικής τρομοκράτησης και υποταγής δεν συμβαίνουν σε «ιστορικό κενό». Το ν/σ Φλωρίδη, όπως και μια σειρά ακόμη κατασταλτικών νομοσχεδίων και μέτρων, αποτελεί αντανάκλαση της διεθνώς εμπόλεμης κατάστασης του καπιταλιστικού κόσμου. Με την διαχείριση της μη αναστρέψιμης καπιταλιστικής κρίσης να έχει περάσει -όπως ήταν πλήρως αναμενόμενο και ιστορικά επιβεβαιωμένο- στην φάση της «εξωτερίκευσης» της και στην επέκταση των εστιών πολέμου, οδηγώντας σταδιακά την ανθρωπότητα στην «τελική λύση» ενός Γ’ παγκοσμίου πολέμου, η στρατιωτικοποίηση της πάλαι ποτέ ηγεμονικής «φιλελεύθερης δημοκρατικής Δύσης», άρα και της Ελλάδας, ήταν αναπόφευκτη.
Στην εγχώρια εκδοχή της, η στρατιωτικοποιημένη διαχείριση της κρίσης αφορά τα δύο πολεμικά μέτωπα. Από τη μία το εξωτερικό, με τις «έξωθεν απειλές» που καταδεικνύουν τα ιμπεριαλιστικά -Νατοϊκά διευθυντήρια των «συμμάχων μας», και από την άλλη το εσωτερικό μέτωπο ενάντια στον «εχθρό λαό». Αυτές οι δύο αλληλοσυμπληρούμενες εκφάνσεις επίθεσης στον «εξωτερικό» και «εσωτερικό» εχθρό αποτυπώνονται στην σπατάλη δισεκατομμυρίων για την απόκτηση ολοένα και μεγαλύτερου όγκου πολεμικού εξοπλισμού, στην μετατροπή της χώρας σε Νατοϊκό πεδίο εγκατάστασης, εκπαίδευσης και εφόρμησης πολεμικών δυνάμεων, αλλά και την άμεση εμπλοκή στα δύο ενεργά πολεμικά μέτωπα της Ουρανίας και της Μ. Ανατολής. Ταυτόχρονα, αποτυπώνονται και στο «εσωτερικό μέτωπο» μέσω τις εγκαθίδρυσης ενός κατασταλτικού κράτους, με αθρόες προσλήψεις μπάτσων, εν ψυχρώ δολοφονίες, ποινικοποίηση και καταστολή διαδηλώσεων και απεργιών, φίμωση της δημοσιογραφίας και αναβάθμιση του νομικού οπλοστασίου.
Αυτή τη στιγμή, οι δύο κεντρικοί άξονες που καθορίζουν την εγχώρια αστική στρατηγική, αφορούν, από την μία την πλήρη ευθυγράμμιση και την ενεργό συμμετοχή στα εμπόλεμα μέτωπα του «Νατοϊκού συμμαχικού άξονα», διεκδικώντας τυχοδιωκτικά οφέλη από τις γεωπολιτικές ανακατατάξεις, και από την άλλη την fast track εφαρμογή των περίφημων «μεταρρυθμίσεων» σε μια σειρά τομείς, ώστε να απορροφηθούν τα κονδύλια-αιμοδότες του Ταμείου Ανάκαμψης της ΕΕ για να μην καταρρεύσει ο χρεοκοπημένος εγχώριος καπιταλιστικός σχηματισμός. Για το ελληνικό κεφάλαιο η συμμετοχή στον πόλεμο και η εφαρμογή των «μεταρρυθμίσεων» είναι ένας αδιαπραγμάτευτος μονόδρομος, ένα κυριολεκτικά υπαρξιακό διακύβευμα για την επιβίωση και την αναπαραγωγή του.
Όμως, αυτή η κυριολεκτικά εμπόλεμη συνθήκη απαιτεί ένα ιδιότυπο πολιτικό καθεστώς, μια κατασταλμένη και τρομοκρατημένη κοινωνική πλειοψηφία για την εξυπηρέτηση και περιφρούρηση των αναγκών του κεφαλαίου. Οι -προς το παρόν- έμμεσες συνέπειες του πολέμου στην τάξη μας (ακρίβεια, αύξηση ορίων συνταξιοδότησης, ελαστικές μορφές εργασίας) και οι άμεσες των «μεταρρυθμίσεων» (ιδιωτικοποίηση υγείας, παιδείας κλπ), δημιουργούν ένα καθεστώς γενικευμένης ανέχειας και ανασφάλειας, άρα και προϋποθέσεις κοινωνικού/ταξικού αναβρασμού. Και είναι ακριβώς μέσα σε αυτό το πλαίσιο, όπου η στρατιωτικοποιημένη προληπτική αντιμετώπιση του «εχθρού λαού» και η επιβολή σιγής κοινωνικού νεκροταφείου απέναντι στον πόλεμο και τις «μεταρρυθμίσεις» που θα σκορπίσουν το θάνατο, την περιθωριοποίηση και την φτώχεια, σκιαγραφούν τον πυρήνα της κατασταλτικής στρατηγικής, άρα και του ν/σ Φλωρίδη.
Ο νέος Ποινικός Κώδικας και το τιμωρητικό/αντικοινωνικό του περιεχόμενο δεν αποτελεί μονάχα μια θεσμική κατοχύρωση της κατασταλτικής επέλασης, αλλά και προϊόν ενός νέου ιστορικού κύκλου. Με σημείο αναφοράς την κήρυξη χρεοκοπίας του ελληνικού κράτους το 2010, μέχρι και σήμερα, το εγχώριο πολιτικό σύστημα αποτελεί έναν απροκάλυπτα διεκπεραιωτικό μηχανισμό επικύρωσης αντισυνταγματικών νόμων που επιβάλει η «θέληση» του εγχώριου και διεθνούς κεφαλαίου. Με τις Πράξεις Νομοθετικού Περιεχομένου και την απόσυρση συνταγματικά κατοχυρωμένων δικαιωμάτων, το νομικό/πολιτικό εποικοδόμημα, που πλέον λειτουργεί ως εμπόλεμο Κράτος Έκτακτης Ανάγκης, εναρμονίζεται με την διαδικασία ακραίας ταξικής υποτίμησης, δηλαδή, με την οικονομική, πολιτική και στρατιωτική κατίσχυση του κεφαλαίου πάνω στην εργασία.
Στο όνομα της «διάσωσης της χώρας» τότε, στο όνομα των «απαραίτητων μεταρρυθμίσεων» τώρα, το εμπόλεμο Κράτος Έκτακτης Ανάγκης, ως αναγκαία μορφή πολιτικής οργάνωσης του κεφαλαίου σε περίοδο κρίσης, δημιουργεί έναν νέο οικονομικό/πολιτικό τοπίο, κλείνοντας τους ιστορικούς λογαριασμούς του. Από το 2010 και έπειτα, τα υπολείμματα του «κοινωνικού κράτους δικαίου» που κληροδότησε η σοσιαλδημοκρατική καπιταλιστική διαχείριση στην μεταπολιτευτική Ελλάδα, εξαλείφτηκαν οριστικά. Η οικονομική/πολιτική μεταβολή και η επέλαση της αδυσώπητης νεοφιλελεύθερης ατζέντα έκλεισε με πάταγο τον μεταπολιτευτικό ιστορικό κύκλο, με την στέρηση βασικών κοινωνικών αγαθών (δυνατότητα πρόσβασης σε υγεία, παιδεία, τροφή, στέγαση, ενέργεια) και την απόσυρση κοινωνικών δικαιωμάτων και ελευθεριών που κερδήθηκαν ή παρέμειναν ανέγγιχτα κάτω από την πίεση των ιστορικών αλλά και κοινωνικών/ταξικών συσχετισμών της μεταπολιτευτικής περιόδου.
Η θεσμική και ιδεολογική αποκαθήλωση των κατακτήσεων των τελευταίων 40 χρόνων, η οποία συντελείται σταθερά και μεθοδικά εδώ και 14 χρόνια, ειδικότερα μετά την οπισθοχώρηση του αντιμνημονιακού κινήματος, διαμορφώνει ολοένα και πιο αρνητικούς συσχετισμούς για την τάξη μας.
Η ακραία φτωχοποίηση βαθαίνει ταυτόχρονα με την βίαιη απόσυρση των δικαιωμάτων οργάνωσης και αντίστασης της εργατικής τάξης και του λαού. Ενδεικτικά να αναφέρουμε σε αυτό το σημείο πως το εν λόγω νομοσχέδιο έρχεται ως συνέχεια μία σειράς κατασταλτικών νόμων και κινήσεων των τελευταίων ετών.
Των όλο και πιο αναβαθμισμένων τροποποιήσεων του αντιτρομοκρατικού νόμου που έφτασε στο σημείο να βάζει στο στόχαστρο ακόμα και την τέχνη. Του νόμου περιστολής και καταστολής του δικαιώματος στις συγκεντρώσεις και τις διαδηλώσεις αλλά και του νόμου κατάργησης του πανεπιστημιακού ασύλου. Των εξοντωτικών και “νομικά” ξεχειλωμένων συλλήψεων εργαζομένων, συνδικαλιστών, φοιτητών, μαθητών, αλλά και πολιτικά οργανωμένων αγωνιστών και αγωνιστριών που αντιστάθηκαν όλα αυτά τα χρόνια στους πλειστηριασμούς πρώτης κατοικίας, στις ιδιωτικοποιήσεις, σε απολύσεις συναδέλφων τους, στην παράδοση της φύσης αλλά και της ποιότητας ζωής μας ως βορά μπροστά στην κερδοφορία του κεφαλαίου. Τέλος των νόμων που διέταξαν το φακέλωμα των σωματείων, που έκαναν όλο και πιο δύσκολο το να παρθούν απεργιακές αποφάσεις, που ποινικοποίησαν ανοιχτά το δικαίωμα στην περιφρούρηση της απεργίας.
Αυτές οι κινήσεις, μία προς μία αλλά και συνολικά, δημιουργούν τους όρους ενός νέου -απαραίτητου για το κεφάλαιο- «κοινωνικού συμβολαίου» που αντιστοιχεί στην εποχή. Από το σοσιαλδημοκρατικό «κοινωνικό συμβόλαιο» της μεταπολιτευτικής «ανάπτυξης» και «ευδαιμονίας», περνάμε στο στρατιωτικοποιημένο και νεοφιλελεύθερο της εποχής των κρίσεων και των πολέμων.
Βάσει των παραπάνω, αντιλαμβανόμαστε το ν/σ Φλωρίδη όχι απλά ως ένα κατασταλτικό επιστέγασμα της συντελούμενης ταξικής βίας που δεχόμαστε, αλλά και ως παράγωγο της απόλυτης ιδεολογικής ηγεμονίας του κεφαλαίου, το οποίο εν μέσω κρίσης αναδιαμορφώνει συθέμελα το πολιτικό σκηνικό, αποτελειώνοντας και τα τελευταία υπολείμματα κοινωνικής πολιτικής, πρόνοιας και δικαίου.
Τέλος και πριν περάσουμε στην γρήγορη παρουσίαση των σημείων που ξεχωρίσαμε από το ν/σ Φλωρίδη, κρίνουμε ότι ιδιαίτερη βαρύτητα πρέπει να δώσουμε και σε μία πιο “υλική” αποτύπωσή του.
Η αναφορά μας αυτή διαπερνά πολλά και διαφορετικά σημεία του νομοσχεδίου (πχ βραχιολάκια ηλεκτρονικής παρακολούθησης με έξοδα των κατηγορουμένων αντί για περιοριστικούς όρους, χρηματικό ποσό που καλύπτεται πάλι από τους κατηγορούμενους σε περίπτωση που ζητήσουν αναβολή κλπ) με το πιο εμφατικό, όμως, παράδειγμα για το ποιανής τάξης τα συμφέροντα έρχεται να υπερασπιστεί θεσμικά αλλά και να εξυπηρετήσει άμεσα, αφορά μία νέα, διευρυμένη και ακόμα πιο φορτισμένη ταξικά, αντίληψη της κοινωφελούς εργασίας ως αντικατάσταση της έκτισης της ποινής.
Καθ’ εικόνα και καθ’ ομοίωση του δικαστικού και νομικού εκτρώματος των ΗΠΑ, της ρατσιστικής πολιτικής του, των ιδιωτικοποιημένων φυλακών και της δημιουργίας μίας ολόκληρης βιομηχανίας διώξεων που το συντηρούν, δίνονται πλέον ανοιχτά δωρεάν εργατικά χέρια σε ΝΠΔΔ και ΟΤΑ σε πρώτο χρόνο, στρωνοντας το έδαφος γι αυτό που θα επακολουθήσει λίγους μήνες ή ίσως και λίγα χρόνια μετά, όταν στην “βιομηχανία της καταστολής” εισχωρησουν και οι ιδιωτικές εταιρείες.
Ούτε αυτή η επιλογή έρχεται μέσα σε “ιστορικό κενό”. Με χιλιάδες και δεκάδες χιλιάδες ανθρώπους να αναμένεται να συρθούν σε δίκες τα επόμενα χρόνια βάσει του νέου ποινικού κώδικα για μικροποινές, η “δωρεάν εργασία” στους φορείς που έχουν κάνει σχετική αίτηση στην ειδική πλατφόρμα του Υπουργείου Δικαιοσύνης λύνει πολλά περισσότερα προβλήματα από την “τιμωρία” των ενόχων. Καλύπτει κενά κρατικών αλλά και δημοτικών υπηρεσιών που δεν καλύπτονται από τους σχετικούς προϋπολογισμούς και γυρνάει συνολικά την εργατική τάξη, αιώνες πίσω, σε καθεστώς άμισθης εργασίας, ή μονολεκτικά εκφράζοντάς το, δουλείας.
Γι’ αυτό και οι επερχόμενες τροποποιήσεις στον Ποινικό Κώδικα δεν επιδιώκουν μονάχα την αυστηροποίηση των ποινών, αλλά να παράξουν μία τομή στον πυρήνα του Αστικού Δικαίου, αρχικά σε ιδεολογικό, και κατ’ επέκταση, σε υλικό και εφαρμοστικό επίπεδο. Ο ιδεολογικός πυρήνας του ν/σ Φλωρίδη εκριζώνοντας τις βασικές – τυπικές αλλά καθόλα ουσιαστικές- κοινωνικές αρχές της φιλοσοφίας του Δικαίου, επιχειρεί να αναδιαμορφώσει τον «σωφρονιστικό» πυρήνα της δικαιοσύνης και να τον μετατρέψει σε καθόλα τιμωρητικό.
Αυτή η τιμωρητική προσέγγιση αποκαλύπτει και τον βαθιά ταξικό πυρήνα του ν/σ, αφού η προβολή του «εγκλήματος» έξω από τις βασικές γενεσιουργές αιτίες του (ανέχεια, περιθωριοποίηση, αποκλεισμός), τελικά λειτουργεί ως ποινικοποίηση της ίδιας της φτώχειας. Η απόσυρση κάθε πρόνοιας, ο ταξικός στιγματισμός και η τιμωρία, οδηγούν στη δημιουργία μιας νεοφιλελεύθερης κοινωνικής ζούγκλας, σε ένα εκφασισμένο καθεστώς, όπου η επιβαλλόμενη ανέχεια και οι αγώνες εναντίον της θα αντιμετωπίζονται ως έγκλημα και θα τιμωρούνται.
Διαρκής Αγώνας ★ για την ταξική απελευθέρωση