Για τον βρώμικο ρόλο και τα “δύο μέτρα και δύο σταθμά” της αστικής δικαιοσύνης, με αφορμή τις εξελίξεις στην δίκη των μπάτσων-δολοφόνων του Φραγκούλη. Μόνη δικαιοσύνη η προλεταριακή!

Στις 13 Ιανουαρίου 2025 είχε οριστεί να ξεκινήσει στο Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο Βέροιας η δίκη του μπάτσου που δολοφόνησε εν ψυχρώ τον Δεκέμβριο του 2022 τον 16χρονο Κώστα Φραγκούλη, κατά τη διάρκεια αστυνομικής καταδίωξης στη δυτική Θεσσαλονίκη. Οι δικηγόροι του μπάτσου – δολοφόνου υπέβαλαν αίτημα αναβολής της δίκης, το οποίο έγινε δεκτό από την έδρα και έτσι η υπόθεση, δύο χρόνια μετά τη δολοφονία, δεν έχει ακόμα εκδικαστεί. Ο μπάτσος, ο οποίος διώκεται για ανθρωποκτονία με ενδεχόμενο δόλο, σε ήρεμη ψυχική κατάσταση και για εκτέλεση παράνομων πυροβολισμών, παραμένει ελεύθερος με μόνο περιοριστικό όρο την απαγόρευση εξόδου από τη χώρα, ενώ σύμφωνα με πληροφορίες έχει πλέον επανέλθει στην υπηρεσία του και εκτελεί χρέη γραφείου.

Αφορμώμενοι από αυτή την είδηση, δεν μπορούμε παρά να φέρουμε στο νου μας παραδείγματα της “διακριτικής μεταχείρισης” που χαίρουν από τις δικαστικές αρχές οι κατασταλτικοί μηχανισμοί.

Πρόσφατες είναι οι μνήμες από τον βασανισμό του Βασίλη Μάγγου το καλοκαίρι του 2020 από ένστολα καθάρματα όλων των ειδών (ΜΑΤ, ΟΠΚΕ, Ασφάλεια) μπροστά στα δικαστήρια του Βόλου και στο Α.Τ., με αποτέλεσμα 7 σπασμένα πλευρά και το θάνατό του ένα μήνα αργότερα, καθώς και της κρατικής δολοφονίας του Κώστα Μανιουδάκη στην Κρήτη, τρία χρόνια αργότερα, τον Σεπτέμβριο του 2023, ο οποίος – μετά από αστυνομικό έλεγχο – βασανίστηκε και δολοφονήθηκε από τους μπάτσους του ΤΑΕ Σούδας. Και στις δύο αυτές δολοφονίες χρειάστηκε να περάσει μακρό χρονικό διάστημα και συνεχείς εκκλήσεις και προσπάθειες των οικογενειών και του κόσμου του κινήματος για να μη συγκαλυφθούν οι υποθέσεις και να φτάσουν τελικά στη δικαιοσύνη, χωρίς βέβαια να έχουν ακόμα κριθεί.

Θυμόμαστε τη δολοφονία του Ζακ Κωστόπουλου το Σεπτέμβριο του 2018 με το Εφετείο να καταδικάζει μεν τον μεσίτη Χορταριά και τον κωσμηματοπώλη Δημόπουλο, με ποινές χάδια δε, και στην οποία δεν μπορούμε να αναφερθούμε ολοκληρωμένα αν δεν συμπεριλάβουμε την αστυνομική βία που ασκήθηκε και τις προσπάθειες “δικαιολόγησής” της, οι οποίες οδήγησαν τελικά στην μη καταδίκη των μπάτσων. Είναι μάλιστα αναμφισβήτητο ότι, εάν δεν υπήρχε το βίντεο, η υπόθεση θα είχε συγκαλυφθεί, όπως πολλές άλλες.

Θυμόμαστε ακόμα τη δολοφονία του 15χρονου αναρχικού μαθητή Αλέξη Γρηγορόπουλου στις 6 Δεκεμβρίου 2008, από το χέρι του ειδικού φρουρού Επαμεινώνδα Κορκονέα, ο οποίος μέχρι σήμερα, 16 χρόνια μετά, μπαινοβγαίνει στη φυλακή, καθώς τα δικαστήρια άλλοτε του αναγνωρίζουν και άλλοτε του αναιρούν το ελαφρυντικό του “πρότερου σύννομου βίου”.

Τα πράγματα αντιστρέφονται όταν αντιμέτωπος με την αστική δικαιοσύνη βρίσκεται ο θεωρούμενος “εσωτερικός εχθρός”, ο οποίος δεν είναι άλλος από τον εργαζόμενο λαό, την αγωνιζόμενη νεολαία, τα φτωχά λαϊκά στρώματα. Η τακτική που ακολουθείται είναι πάγια. Διογκωμένα κατηγορητήρια, ποινικοποίηση συντροφικών και φιλικών σχέσεων, σκληροί περιοριστικοί όροι, προφυλακίσεις. Το είδαμε πρόσφατα τόσο με τους συντρόφους της υπόθεσης των Αμπελοκήπων, οι οποίοι αυτή τη στιγμή βρίσκονται προφυλακισμένοι, με ένα σαθρό κατηγορητήριο και εντελώς ανίσχυρα αποδεικτικά μέσα, σε μια εξέλιξη που εντάσσεται στη συνεχή στρατηγική ποινικοποίησης των κοινωνικών και πολιτικών αγώνων, όσο και με την υπόθεση του ανήλικου αγωνιστή Κ.Κ από το Μεσολόγγι. Οι περιπτώσεις αυτές ωστόσο δεν αποτελούν μεμονωμένα περιστατικά, αλλά μέρος μιας ολομέτωπης επίθεσης ενάντια σε όσους αντιστέκονται, ενάντια στην τάξη μας.

Οι συνεχείς αλλαγές στην ποινική νομοθεσία, με πιο πρόσφατες τις τελευταίες τροποποιήσεις του Φλωρίδη, διαμορφώνουν το κατάλληλο νομικό οπλοστάσιο της αστικής τάξης για την περιφρούρηση της αστικής εξουσίας και των κεφαλαιοκρατικών συμφερόντων. Η ποινική νομοθεσία, υπό τις επιταγές και τις νομοθετικές ρυθμίσεις της ΕΕ, έχει αναβαθμιστεί, λαμβάνοντας μια κατεύθυνση αντιδραστική και, παράλληλα, καθόλα τιμωρητική, με την ψήφιση τρομονόμων, την καταστρατήγηση του τεκμηρίου αθωότητας, τις εν ψυχρώ δολοφονίες, την ευρύτερη αυστηροποίηση του ποινικού πλαισίου, την ποινικοποίηση και καταστολή διαδηλώσεων και απεργιών κ.α. Αυτή η προσέγγιση είναι που αποκαλύπτει και τον βαθιά ταξικό χαρακτήρα του ποινικού δικαίου, το οποίο πλέον προβάλει το “έγκλημα” έξω από το κοινωνικό-οικονομικό-ιστορικό του πλαίσιο και τις βασικές γενεσιουργές αιτίες του (ανέχεια, περιθωριοποίηση, αποκλεισμός), λειτουργώντας τελικά ως ποινικοποίηση της ίδιας της φτώχειας και καταδικάζοντας το λαό στην ανέχεια.

Γιατί το δίκαιο στην πραγματικότητα είναι η επιβολή της νομιμότητας της αστικής τάξης. Για ποια νομιμότητα μιλάμε όμως; Οι δικαστές καλούνται να εφαρμόσουν το ισχύον δίκαιο, ερμηνεύοντάς το στα πλαίσια της κυρίαρχης αντίληψης. Οι Μαρξ και Ενγκελς, όριζαν το δίκαιο ως τη “θέληση της αστικής τάξης που αναγορεύτηκε σε νόμο”. Η θέληση αυτή έχει ως περιεχόμενο τη διατήρηση της κυριαρχίας της άρχουσας τάξης πάνω στην καταπιεζόμενη τάξη, ώστε να προωθούνται τα συνολικά συμφέροντά της. Εξάλλου, οι νομικές σχέσεις κατοχυρώνουν τις υφιστάμενες κυρίαρχες οικονομικές σχέσεις, που αποκρυσταλλώνουν ένα ευρύτερο ιστορικό πλαίσιο παραγωγικών σχέσεων, υπό την κυριαρχία της άρχουσας τάξης.

Οι “λειτουργοί” της δικαστικής εξουσίας (δικαστές, εισαγγελείς κλπ), καθημερινά υπηρετούν τη διατήρηση του καπιταλιστικού κεφαλαιοκρατικού συστήματος, ενώ η λεγόμενη “ανεξαρτησία” της δικαστικής εξουσίας είναι καθαρά ψευδεπίγραφη και παραπλανητική. Αποφάσεις που αθωώνουν μεγαλοκαπιταλιστές από εργοδοτικές δολοφονίες, αποφάσεις που κηρύσσουν “παράνομες” τις απεργίες, fast-track αποφάσεις για πλειστηριασμούς πρώτης κατοικίας, αποφάσεις που προστατεύουν επιφανείς διεφθαρμένους βιομηχάνους, εφοπλιστές, βιαστές, γυναικοκτόνους, μαστροπούς, διώξεις με στημένα κατηγορητήρια σε αγωνιστές, αποδεικνύουν περίτρανα τίνος τα συμφέροντα υπηρετεί η αστική “δικαιοσύνη”. Στον αντίποδα, για την βία των αστυνομικών που δολοφονούν μέσα στα Α.Τ., για τη βία των ταγμάτων εφόδου σαν εκείνα που σκότωσαν τον Παύλο και τον Σεχζάτ, για τη βία που έπνιξε μετανάστες στην Πύλο και χιλιάδες άλλους αγνώστους στο Αιγαίο, για τη βία των προμελετημένων κρατικών καπιταλιστικών εγκλημάτων, όπως στα Τέμπη, τις πλημμύρες και τις πυρκαγιές που το κεφάλαιο ονομάζει ατυχήματα και άλλες τόσες περιπτώσεις, αναζητείται ακόμα δικαίωση, την οποία μόνο το οργανωμένο εργατικό λαϊκό κίνημα μπορεί να αποδόσει.

Η απάντηση στην καταστολή, στην αυθαιρεσία, στην τρομοϋστερία που σπέρνουν τα ΜΜΕ πρέπει να είναι η ενίσχυση της αλληλεγγύης και της συλλογικής δράσης. Να συνεχίσουμε να αγωνιζόμαστε για τη διατήρηση της μνήμης των νεκρών της κρατικής πολιτικής και καταστολής και για τη δικαίωση όσων διώκονται άδικα και να θυμόμαστε τη δύναμη της δικαιοσύνης του δρόμου που μπορεί και αυτή να καθορίζει τους κοινωνικούς – ταξικούς συσχετισμούς, αποφασίζοντας τι θα επιτρέψει και τι όχι. Η δύναμη αυτή όταν πλατύνει, μαζικοποιηθεί και ριζοσπατικοποιηθεί μπορεί να επιβάλλει το δίκιο των πολλών (της εργατικής τάξης και του λαού) έναντι των συμφερόντων των λίγων (του κεφαλαίου και του κράτους του).