ΚΑΛΕΣΜΑ ΣΤΗΡΙΞΗΣ ΤΗΣ ΑΠΕΡΓΙΑΣ ΤΩΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΩΝ ΣΤΙΣ 15/2 ΚΑΙ ΤΗΣ ΑΥΡΙΑΝΗΣ ΑΠΕΡΓΙΑΚΗΣ ΠΟΡΕΙΑΣ
Την Τετάρτη 15 Φλεβάρη, έχει προκηρυχθεί 24ωρη απεργία εκπαιδευτικών ενάντια στην ατομική αξιολόγηση που επιχειρείται να επιβληθεί από την κυβέρνηση και ευρύτερα, στην επίθεση που δέχεται ο εκπαιδευτικός κλάδος και η δημόσια παιδεία. Παράλληλα, έχει προκηρυχτεί απεργία – αποχή από τις διαδικασίες της ατομικής αξιολόγησης.
Οι εργαζόμενοι/ ες στην εκπαίδευση αντιστέκονται εδώ και χρόνια στην αξιολόγηση (ατομική και σχολικών μονάδων), καθώς είναι φανερό ότι η σκοπιμότητα του μέτρου αυτού δεν είναι η παροχή ανατροφοδότησης για την αντιμετώπιση των προβλημάτων που υπάρχουν στα σχολεία και στο εκπαιδευτικό σύστημα ούτε η στήριξη του προσωπικού στο εκπαιδευτικό του έργο. Τα προβλήματα αυτά είναι άλλωστε γνωστά εδώ και χρόνια και καμία κυβέρνηση δεν έχει λάβει ουσιαστικά μέτρα για την επίλυσή τους.
Η αξιολόγηση δεν αποτελεί κάποια ρεβανσιστική πολιτική της τωρινής υπουργού, αλλά ντιρεκτίβα της Ε.Ε. και της αστικής τάξης, των οποίων τα συμφέροντα και εξυπηρετεί.
Χαρακτηριστική είναι και η τοποθέτηση της πρόσφατης Έκθεσης Παρακολούθησης της Ε.Ε. για την Εκπαίδευση και την Κατάρτιση για τη χώρα μας: «η παρακολούθηση και η περαιτέρω βελτίωση της ποιότητας της εκπαίδευσης εξαρτάται από την πλήρη εφαρμογή της εξωτερικής αξιολόγησης των σχολείων και της αξιολόγησης των εκπαιδευτικών που βρίσκεται σε εξέλιξη». Η δρομολόγηση της ξεκίνησε χρόνια πριν στα πλαίσια της ευθυγράμμισης του ελληνικού εκπαιδευτικού συστήματος με πολιτικές που προωθούνται από τον ΟΟΣΑ και την Ε.Ε. με στόχο την υποταγή των εκπαιδευτικών συστημάτων στις ανάγκες της αγοράς και του κεφαλαίου. Γι’ αυτό, και ανεξαρτήτως κυβερνήσεων, τίθεται επί τάπητος συνεχόμενα τα τελευταία χρόνια και μόνο οι μαχητικές αντιστάσεις των εκπαιδευτικών έχουν καταφέρει να την καθυστερήσουν.
Η αξιολόγηση και η εκπαιδευτική αναδιάρθρωση που επιχειρείται ειδικότερα το τελευταίο διάστημα και η συνεπακόλουθη διάλυση της δημόσιας παιδείας, εντάσσεται στο ευρύτερο κοινωνικό και πολιτικό πλαίσιο της εποχής. Ακρίβεια και φτωχοποίηση, διάλυση της δημόσιας υγείας, καταπάτηση βασικών εργασιακών δικαιωμάτων και οξυμένη καταστολή σε κάθε πεδίο της κοινωνικής και πολιτικής ζωής, αποτελούν μόνο κάποια από τα στιγμιότυπα της πολιτικής της κυβέρνησης και των κεφαλαιοκρατών. Εν μέσω κρίσης, τα «κοινωνικά συμβόλαια» καταρρέουν το ένα μετά το άλλο και δίνουν τη θέση τους στην ακραία υποτίμηση των παραγωγικών δυνάμεων και την προώθηση της ιδιωτικοποίησης σε όλους τους τομείς για χάρη της διάσωσης του κεφαλαίου και της καπιταλιστικής κερδοφορίας.
Έτσι, πλήρως εναρμονισμένα με το νεοφιλελεύθερο δόγμα, από τη συνειδητά υποβαθμισμένη δημόσια εκπαίδευση μέσω της υποχρηματοδότησης, της υποστελέχωσης και της μετατροπής της εκπαιδευτικής διαδικασίας σε εξεταστικό κέντρο, οδηγούμαστε μεταξύ άλλων με εργαλείο την αξιολόγηση, στην κατηγοριοποίηση “καλών’”και “κακών” σχολείων, μαθητών και εκπαιδευτικών, την ώρα μάλιστα που οι εκπαιδευτικοί καλούνται να επανακαταρτιζονται συνεχώς με σεμινάρια αμφιβόλου ποιότητας όπου πληρώνουν αδρά σε ιδιωτικά ΚΕΚ που μόνο στόχο ίδρυσης και λειτουργίας έχουν τo κέρδος και όχι την αναβάθμιση των σπουδών. Οδηγούμαστε στην αναπόφευκτη στροφή στον ιδιωτικό παράγοντα για την επιβίωση των σχολικών μονάδων μέσω χορηγιών. Στην όξυνση των ταξικών φραγμών, καθώς σε ένα τέτοιο ανταγωνιστικό πλαίσιο πρόσβαση θα έχουν όσοι και όσες μαθητές/τριες πληρούν τα οικονομικά κριτήρια. Οδηγούμαστε τέλος, στην πλήρη εργασιακή επισφάλεια των εκπαιδευτικών και την μετατροπή τους σε πειθήνια όργανα χωρίς εργασιακά δικαιώματα.
Αξίζει να αναφερθεί πως η εφαρμογή της αξιολόγησης επιβάλλεται ως προϋπόθεση για την μονιμοποίηση των νεοδιόριστων και άρα χρησιμοποιείται ως μέσο εκβιασμού για τους αγωνιζόμενους εκπαιδευτικούς.
Για να κατανοήσουμε επαρκώς τα αποτελέσματα, μπορούμε να στρέψουμε το βλέμμα σε χώρες όπου εφαρμόζεται ήδη ένα τέτοιο σύστημα αξιολόγησης και όπου κεκτημένα δικαιώματα όπως η ποιοτική δημόσια και δωρεάν παιδεία και η μισθολογική αναβάθμιση των εκπαιδευτικών κατέληξαν προνόμια: για τα σχολεία με καλή βαθμολογία που λαμβάνουν επιπλέον επιχορήγηση και για τους εκπαιδευτικούς που πέτυχαν τους στόχους της αξιολόγησης, οι οποίοι μπορούν να λάβουν την ετήσια αύξηση. Για τα σχολεία που δεν πέτυχαν τους στόχους τους, προβλέπεται αντίθετα εξαγορά τους από ιδιώτες και λειτουργία υπό τις νόρμες του ιδιωτικού κεφαλαίου που συνεπάγεται υποτιμημένες εργασιακές συνθήκες και υποβάθμιση της ποιότητας της εκπαιδευτικής διαδικασίας. Η εξαντλητική αξιολόγηση που επιβάλλεται στους εκπαιδευτικούς καθώς και οι αγχωτικές και άθλιες εργασιακές συνθήκες που βιώνουν, αποτυπώνεται και στα μεγάλα ποσοστά παραίτησης δασκάλων και καθηγητών σε χώρες όπως η Αγγλία και στα συνεπακόλουθα, τεράστια κενά στο εκπαιδευτικό σύστημα. Αντίστοιχη είναι η αξιολόγηση που θέλουν να εφαρμόσουν και εγχώρια, αντίστοιχες θα είναι σε λίγα χρόνια και οι συνέπειες αν περάσει το μέτρο αυτό.
Το ερώτημα λοιπόν που τίθεται είναι με ποια κριτήρια θα γίνει η αξιολόγηση και προς όφελος ποιου; Οι εκπαιδευτικοί, ένας κλάδος που έχει απαξιωθεί και λοιδορηθεί όσο λίγοι – ειδικά τα τελευταία χρόνια της καπιταλιστικής κρίσης -, καλούνται να εργαστούν και να ανταπεξέλθουν των ιδιαίτερων καθηκόντων τους, κάτω από αντίξοες συνθήκες, με ελλείψεις διδασκόντων, καθυστερήσεις στη διανομή βιβλίων, υπέρογκη ύλη και εντατικοποιημένες, βαθμοθηρικές σπουδές, ανεπαρκή μέριμνα για παιδιά με μαθησιακές δυσκολίες και αναπηρία, πολύ συχνά μέσα σε απαρχαιωμένα σχολικά κτήρια που υποβαθμίζουν την αξιοπρέπεια των ίδιων αλλά και των μαθητών τους. Παράλληλα όμως, αποτελεί και ένα κλάδο με μεγαλειώδη αγωνιστική ιστορία, με νικηφόρες απεργίες διαρκείας, ένα κλάδο που όταν παλεύει δίνει τη μάχη, όχι για τα δικά του ιδιαίτερα συντεχνιακά συμφέροντα, αλλά για την νεολαία και ολόκληρο τον λαό.
Κόντρα στις γραφειοκρατικές ηγεσίες που προσπαθούν να εκτονώσουν τις δίκαιες διεκδικήσεις των εκπαιδευτικών, η κηρυγμένη απεργία- αποχή ενάντια στην εφαρμογή της αξιολόγησης, πρέπει να νικήσει. Τα πάγια αιτήματά τους για αυξήσεις στους μισθούς, μαζικές προσλήψεις εκπαιδευτικών αποκλειστικά με βάση το πτυχίο και την προϋπηρεσία, για εργασιακά και μορφωτικά δικαιώματα, πρέπει να δικαιωθούν.