Νέα δολοφονία νεαρού Ρομά από μπάτσους – Δικαιοσύνη για τις ζωές που στον καπιταλισμό αξίζουν λιγότερο από τις υπόλοιπες

Μετά τις εν ψυχρώ δολοφονίες του Νίκου Σαμπάνη το 2021 στο Πέραμα και του Κώστα Φραγκούλη το 2022 στη Θεσσαλονίκη, ένας ακόμα νεαρός Ρομά πέφτει νεκρός από πυρά μπάτσου, αυτή τη φορά στη Βοιωτία.

Ο θεσμικός ρατσισμός, ενός εκμεταλλευτικού και πολλαπλά καταπιεστικού συστήματος που μας δείχνει με κάθε δυνατό τρόπο το πόσο βαρύτητα δίνει στις ζωές μας (από τους θανάτους στα Τέμπη, τις πλημμύρες και τις πυρκαγιές, τους χώρους δουλειάς, τα τμήματα, τα σύνορα), είναι αυτός που προκαθορίζει μια ζωή, βουτηγμένη στο περιθώριο και σε συνθήκες οικονομικής και κοινωνικής εξαθλίωσης για χιλιάδες νέους και νέες – και ιδιαίτερα για τους Ρομά- , είναι αυτός που οπλίζει τα χέρια των ένστολων δολοφόνων.

Ο αδερφός του δολοφονημένου ανέφερε για το περιστατικό:

«Είναι όλα ψέματα, δεν εκπυρσοκρότησε το όπλο. Ήμασταν με τον αδερφό μου, την κοπέλα του και την αδερφή της. Δεν είχε βγάλει ακόμα το δίπλωμα, τώρα που θα γινόταν 18 θα πήγαινε να το βγάλει. Είχαμε πάρει το αυτοκίνητο για βόλτα. Πηγαίναμε από την Αλίαρτο προς το Λεοντάρι Θηβών. Του έκαναν σινιάλο του αδερφού μου να σταματήσει αλλά επειδή είχε στροφές εκεί, δεν ήθελε γιατί φοβήθηκε μήπως ερχόταν κάποιος και γινόταν κάνα τρακάρισμα». Και συνεχίζοντας υποστηρίζει πως «φοβήθηκε ο αδερφός μου επειδή είχαμε και τα κορίτσια μέσα. Λίγο πιο πέρα, στα 800 μέτρα άναψε τα αλάρμ και σταμάτησε».

Ο αδερφός του 17χρονου νεκρού και αυτόπτης μάρτυρας υποστηρίζει ότι «ο αστυνομικός κατέβηκε από το αμάξι με νεύρα, πλησίασε, χτύπησε με το όπλο το τζαμί, από την μεριά του αδερφού μου με δύναμη. Άνοιξε την πόρτα ο αδερφός μου, δεν πρόλαβε να κατέβει και ο αστυνομικός του έριξε δύο κλωτσιές στα πλευρά, μια στα πόδια, στο καλάμι, τον άρπαξε από την μπλούζα και τον πυροβόλησε. Γέμισε η άσφαλτος αίματα του αδερφού μου. Χωρίς να κάνει τίποτα. Υπάρχουν μαρτυρίες. Ούτε καταδίωξη, ούτε τίποτα. Εκείνη την στιγμή δεν μπορούσαμε να κάνουμε κάτι εγώ και τα δύο κορίτσια».

Σύμφωνα με τον 16χρονο «μετά ο αστυνομικός που έριξε στον αδελφό μου, έκλαιγε. Μετά ένας άλλος αστυνομικός πήρε τον αδερφό μου και τον πήγε στο νοσοκομείο της Θήβας. Έφυγα και εγώ με το αμάξι για το νοσοκομείο. Τα κορίτσια έμειναν στο χωριό. Αργά το βράδυ ήρθαν αστυνομικοί στο νοσοκομείο και πήγα να καταθέσω».