Θέατρο χωρίς εισιτήριο | Η εισήγηση του Διαρκούς Αγώνα στη βιβλιοπαρουσίαση της 16ης Δεκέμβρη
Με τη συμμετοχή δεκάδων συντρόφων και συντροφισσών, συναγωνιστών και συναγωνιστριών πραγματοποιήθηκε το Σάββατο 16 Δεκέμβρη η παρουσίαση του βιβλίου “Θέατρο χωρίς εισιτήριο” στον πολιτικό χώρο του Διαρκούς Αγώνα για την ταξική απελευθέρωση στη Θεσσαλονίκη. Για περισσότερες από 2 ώρες προσπαθήσαμε, με τη βοήθεια του συντρόφου και συγγραφέα του βιβλίου αλλά και του συντρόφου που επιμελήθηκε τον πρόλογό του, να προσεγγίσουμε πληθώρα πολιτικών και κοινωνικών, κινούμενων γύρω από την ταξική πάλη αλλά και την έμφυλη καταπίεση, ευρύτερα πολιτισμικών αλλά και πιο εξειδικευμένων τεχνικών στοιχείων που αυτό αναδεικνύει μέσα από τις σελίδες του.
Οι πληροφορίες που μοιράστηκε ο συγγραφέας αλλά και όσες/ οι τοποθετήθηκαν μαζί με τη ζωντανή κουβέντα που ακολούθησε βοήθησαν το σύνολο των συμμετεχόντων στην εκδήλωση να αποκτήσει μία βαθύτερη ματιά στην ιστορική περίοδο 41-49 και να αποκομίσει συμπεράσματα για τη διαχρονική και διαλεκτική σχέση μεταξύ του αγώνα και της τέχνης.
Ακολουθεί η εισήγηση του Διαρκούς Αγώνα:
Καλησπέρα σε όλες και όλους, ευχαριστούμε πολύ τον καθένα και την καθεμία που βρίσκεται σήμερα εδώ και ιδιαίτερα τους συντρόφους που ταξίδεψαν για να είναι μαζί μας.
Τον Κυριάκο, συγγραφέα του βιβλίου και τον Στάθη που έγραψε τα προλεγόμενα που άξιζαν και ταίριαζαν σε αυτό, αναφέροντας πως είναι αμφότεροι μέλη του αυτοδιαχειριζόμενου κοινωνικού χώρου Πασαμοντάνα με τον οποίο έχουμε δώσει κοινούς αγώνες μέσα από διαφορετικά σχήματα τα τελευταία χρόνια.
Και τον Λ. από τις εκδόσεις Δυσήνιος Τύπος, εκδόσεις που αποτελούν συλλογική πρωτοβουλία της αναρχικής ομάδας Δυσήνιος Ίππος, που αν και με -εμφανώς- μέτρια λογοπαίγνια επιμένουν σε περιόδους κινηματικής νηνεμίας να εκδίδουν με γοργούς ρυθμούς μικρούς ιστορικούς, πολιτικούς και λογοτεχνικούς θησαυρούς που μπορούν υπό προϋποθέσεις να γίνουν εργαλεία για τα μυαλά και τα χέρια όλων μας.
Αναφέρουμε συνειδητά και τους δύο πολιτικούς σχηματισμούς μέσα από τους οποίους οι σύντροφοι που είναι μαζί μας εκφράζονται, υπάρχουν και αγωνίζονται συλλογικά. Όχι μόνο γιατί, παρά τις επιμέρους και γόνιμες διαφοροποιήσεις στο ένα ή το άλλο σημείο του λόγου της εκάστοτε πολιτικής πρωτοβουλίας σε σχέση με μία άλλη, έχουμε υπάρξει, υπάρχουμε και θα συνεχίσουμε να υπάρχουμε δίπλα δίπλα σε μία σειρά από αγώνες.
Αλλά γιατί όπως θα ανακαλύψουμε κατά τη διάρκεια της παρουσίασης, κάθε όνομα και κάθε άνθρωπος, είτε είναι συγγραφέας και επιμελητής ενός βιβλίου σε χρόνια κοινωνικής άμπωτης – πόσο μάλλον ενός πολιτικά στρατευμένου βιβλίου -, είτε είναι ηθοποιός ή σεναριογράφος σε μία θεατρική παράσταση σε χρόνια κοινωνικής πλημμυρίδας – πόσο μάλλον σε μία παράσταση που δίνεται σε εδάφη που απελευθέρωσε ένας αντάρτικος λαϊκός στρατός σαν τον ΕΛΑΣ και τον ΔΣΕ -, καταφέρνει να εκφράσει σε πολλαπλάσια έκταση το βάθος της σκέψης, της μελέτης, των ενδιαφερόντων του, το ίδιο το μεράκι του για να το πούμε απλά, αν το εντάσσει και το δένει διαλεκτικά με ένα συλλογικό σκοπό. Με ένα, σε τελική ανάλυση, πανανθρώπινο όνειρο, από αυτά που ξεγεννούν το προχώρημα της ίδιας της ιστορίας.
Για εμάς, και δεν υπερβάλουμε, αποτελεί καμάρι και ευτυχία, να παρουσιάζουμε το συγκεκριμένο βιβλίο στον πολιτικό μας χώρο και για να είμαστε ειλικρινείς, όχι γιατί κάποιος ή κάποια, έχει καμιά εμμονή με το στενά ορισμένο, πολιτιστικό ή καλλιτεχνικό, κομμάτι με το οποίο καταπιάνεται.
Γιατί όμως είναι για εμάς σημαντική αυτή η παρουσίαση; Ίσως επειδή αναδεικνύει τα αποτελέσματα που μπορεί να έχει ο συνδυασμός μίας συστηματικής επιστημονικής μελέτης γύρω από ένα ιστορικό θέμα με την σαφή ταξική και πολιτική ματιά αυτού που καταπιάστηκε μαζί του.
Είτε αφορά λοιπόν την ιστορία, είτε αφορά τα πεδία εκείνα του υλικού κόσμου τα οποία προσεγγίζονται επιστημονικά, είτε ακόμα αν αφορά την οικονομία και την, επίσης, επιστημονική ανάλυση των παραγωγικών και κοινωνικών σχέσεων αλλά κυρίως τον σκοπό της ανατροπής και του μετασχηματισμού τους προς όφελος της συντριπτικής πλειοψηφίας της ανθρωπότητας, είναι η εργατική τάξη και οι λαοί, είναι οι οργανώσεις και οι συλλογικότητές τους, που έχουν διαμορφώσει μέσα από την πάλη τους, τα εργαλεία αλλά και τους ανθρώπους που μπορούν να υπηρετήσουν αυτό το προχώρημα.
Ίσως σήμερα ασυστηματοποίητα και με ασυνέχειες, σίγουρα αύριο όμως ως κομμάτι όλο και πιο βαθέων συλλογικών χειραφετητικών σχεδιασμών, τέτοιες απόπειρες, όπως η έκδοση του συγκεκριμένου βιβλίου είναι πλούτος όχι μόνο για τις οργανωμένες, ή πιο προωθημένες ή όπως προτιμάτε δυνάμεις της εργατικής τάξης και του λαού.
Είναι πλούτος, ζώσα μνήμη, έμπνευση και διδαχή για κάθε νεότερο ή μεγαλύτερο αγωνιστή, για κάθε προλετάρια που έχει και θα έχει την ανάγκη, τη θέληση αλλά και την απαραίτητη τόλμη για να αλλάξει τον κόσμο και να ανατρέψει την αστική εξουσία και όλες τις καταπιέσεις που αυτή αναπαράγει. Κάτι που – βιβλία σαν κι αυτό – εγγυόνται πως δεν θα το κάνει από το μηδέν, πως η έναρξη της κάθε προσωπικής και συλλογικής διαδρομής θα ξεκινά από το σημείο που σταμάτησε η προηγούμενη.
Είπαμε και πριν ότι ίσως έχουμε διαφωνίες αναμεταξύ μας, ίσως καμιά φορά υπερβάλουμε στο να το υπερτονίζουμε – άλλωστε παιδιά της εποχής μας είμαστε και εμείς – αλλά είμαστε σίγουροι για ένα πράγμα.
Πως ότι είμαστε σήμερα δεν θα υπήρχε, τουλάχιστον δεν θα ήταν ίδιο, χωρίς αυτό που υπήρξαν και που τόλμησαν εχθές όσοι μπήκαν πριν 80-90 ή όσα χρόνια στην αρένα της ζωής.
Μέσα από άλλες διαδρομές λοιπόν, μέσα σε άλλες συνθήκες, μέσα από άλλα σχήματα, μέσα από πολλές μάχες και ήττες της τάξης μας, δεν είμαστε τίποτα παραπάνω παρά η σπορά και η κληρονομιά τους και ταυτόχρονα έκφραση της ίδιας ανάγκης που τους έφερε, κατά δεκάδες χιλιάδες πριν από 80 χρόνια, να κάνουν σπίτι τους – κρατώντας ένα τουφέκι στο χέρι- τα βουνά της Ελλάδας, να στήνουν εν μέσω πολέμου νέες μορφές οργάνωσης της ζωής αλλά και νέα περιεχόμενα, νοήματα, αποτυπώσεις της λαϊκής έκφρασης και αυτενέργειας.
Αφήνουμε τον συγγραφέα μέσα από τις σελίδες του βιβλίου να μας επισημάνει κάθε τεχνική λεπτομέρεια που παρουσιάζει άρτια και με πληρότητα για την πολιτισμική άνθιση που συντελέστηκε και μέσω του θεάτρου μέσα σε μία περίοδο κατοχής, μαζικής φτώχιας, τρομοκρατίας και δολοφονιών.
Και μένουμε, γιατί για αυτό μας αρμόζει να μιλήσουμε και αυτό ταλαιπωρεί τις συζητήσεις μας συχνά-πυκνά, στο ποιο είναι εκείνο το ανώτερο συλλογικό εγχείρημα, ο φορέας, ο νους και ταυτόχρονα οργανωτής ο οποίος μπορεί κάτω από κάθε συνθήκη, σε ειρήνη και σε πόλεμο, στην άμπωτη και στην πλημμυρίδα της κοινωνικής παλλίροιας, να παντρέψει διαλεκτικά το πολιτικό ατσάλωμα, τις υλικές μάχες αλλά και την πολιτιστική αναγέννηση ενός λαού.
Ποιες είναι εκείνες οι μορφές οργάνωσης που μπορούν να αφουγκραστούν και να υπηρετήσουν τους λαϊκούς πόθους και να τους εκφράσουν ταυτόχρονα πολιτικά, στρατιωτικά αλλά και πολιτισμικά.
Αν ο ΕΛΑΣ και ο ΔΣΕ, τέκνα του ΚΚΕ, τα κατάφεραν για κάποια χρόνια παρά τις ανά περιόδους λάθος και αντιφατικές γραμμές και παρά την στρατιωτική ήττα του 1949, ποια διδαχή προκύπτει για εμάς σήμερα;
Σύντροφοι και συντρόφισσες.
Η τέχνη, σε όποια της μορφή και όσο στρατευμένη και να είναι ή να καυχιέται ότι είναι, δεν μπορεί να ανατρέψει την εκμετάλλευση και την καταπίεση. Η τέχνη είναι αυτή που αποτυπώνει τις χοντροπινελιές αλλά και τις πιο λεπτές αποχρώσεις της κοινωνικής κίνησης και όχι το αντίθετο.
Αλλά ταυτόχρονα, επανάσταση χωρίς καλλιτεχνική και πολιτιστική αποτύπωσή της, δεν μπορεί να υπάρξει και τα παραδείγματα είναι πολλά.
Ο Στάθης στην εισαγωγή αναφέρει την Γκόλτνμαν που έλεγε πως “αν δεν μπορώ να χορέψω, δεν είναι η επανάσταση μου” αλλά και την ΕΠΟΝ που γυρνούσε τις πόλεις και τα χωριά διαδίδοντας το “Πολεμάμε και τραγουδάμε” συμπληρώνοντας σωστά πως η “επανάσταση είναι η γιορτή των ταπεινωμένων και καταφρονημένων της ιστορίας, η εκδίκηση όχι μόνο για το ψωμί αλλά για κάθε στιγμή χαράς και δημιουργίας που μας στερήθηκε”.
Αυτό καταφέρνει να μας παρουσιάσει αλλά και να μας υπενθυμίσει το βιβλίο. Το ότι η ουτοπία σε όποια της μορφή, μαζί με την υλική συνθήκη, θα μπορεί πάντα – όπως τότε έτσι και τώρα – να παρακινεί την πλειοψηφούσα και εκμεταλλευόμενη τάξη έτσι ώσε αυτή να σπρώχνει την ανθρωπότητα προς τα μπροστά, πως ο επαναστατικός μετασχηματισμός των παραγωγικών και κοινωνικών σχέσεων δεν είναι ένα αόριστο ευχολόγιο αλλά βιωμένη πραγματικότητα και κομμάτι της συλλογικής ταξικής μας μνήμης.
Πως αυτός ο μετασχηματισμός δεν ήταν ποτέ, ούτε θα είναι, στενά οικονομικός, αλλά εκκινώντας από εκεί θα αγκαλιάζει και θα μετασχηματίζει με τη σειρά του το σύνολο της ανθρώπινης δραστηριότητας
Και πως για να γίνει αυτό χρειάζονται υπερβάσεις και καθήκοντα, στράτευση και ευασθησία, ανώτερες μορφές συλλογικών σχεδιασμών αλλά και πίστη στις δυνατότητες των ανθρώπων και των λαών που αρνούνται την μοίρα που τους έχει προ-υφάνει το ιμπεριαλιστικό και καπιταλιστικό σύστημα και παίρνουν την απόφαση να αγωνιστούν εναντίον του.