Ανταπόκριση από την εκδήλωση “Μάης 1936: Ο Ματωμένος Μάης της Θεσσαλονίκης”

Τέτοια ώρα πριν 87 χρόνια τελείωνε η μεγαλύτερη συγκέντρωση που έχει γνωρίσει ποτέ η Θεσσαλονίκη και μαζί της τελειώνε και η δυαδική εξουσία που επικρατούσε στους δρόμους της για 36 ώρες μετά τις δολοφονίες των απεργών από την αστυνομία.

Η χρονική απόσταση είναι μεγάλη, αλλά σήμερα κατά τη διάρκεια της εκδήλωσης που πραγματοποιήθηκε στον πολιτικό χώρο του Διαρκής Αγώνας για την ταξική απελευθέρωση στη Θεσσαλονίκη, η συλλογική και ταξική μνήμη ζωντάνεψε λίγο περισσότερο.

Πήρε από το χέρι τις συμμετέχουσες και τους συμμετέχοντες και τους οδήγησε στους δρόμους που περπατάμε κάθε μέρα για να πάμε στις δουλειές, στα σχολεία και στις σχολές μας, στις διαδηλώσεις και στις απεργίες της εποχής μας, για να τους ξανασυστήσει ως αυτό που υπήρξαν τότε, ως αυτό που θα ξαναυπάρξουν τα επόμενα χρόνια.

Ως σημεία που η εργατική τάξη, πάλεψε και θα συνεχίσει να παλεύει όλο και πιο συνειδητά, όλο και πιο οργανωμένα, για την κατάργηση της εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο.

Ακολουθεί το άνοιγμα της εκδήλωσης, ενώ σε δεύτερο χρόνο θα ανέβει και η άρτια εισήγηση του ιστορικού ερευνητή Γιάννη Γκλαρνέτατζη:

Καλησπέρα σε όλες και όλους.

Σήμερα έχουμε μαζί μας για δεύτερη φορά τους τελευταίους μήνες τον Γιάννη, άριστο γνώστη της ιστορίας της πόλης, που άλλωστε προσεγγίζει και στα βιβλία που έχει γράψει.

Την πρώτη φορά που ήρθε εδώ συζητήσαμε και μάθαμε άγνωστες πτυχές της απελευθέρωσης της Θεσσαλονίκης από τον ΕΛΑΣ, μια απελευθέρωση παραμελημένη από την επίσημη, αστική ιστορία γιατί τα χέρια των απελευθερωτών της κρατούσαν κόκκινες σημαίες.

Σήμερα με τη βοήθειά του Γιάννη θα προσπαθήσουμε να γυρίσουμε 87 χρόνια πριν, σε μία από τις πιο συγκλονιστικές στιγμές της πόλης, στο κύκνειο άσμα μίας περιόδου σκληρών εργατικών αγώνων που ξέσπασαν στα χρόνια πριν τη δικτατορία του Μεταξά, στην μεγαλειώδη εξέγερση του Μάη του 1936. Σε μιά εξέγερση δεκάδων χιλιάδων εργαζομένων που την παρέδωσε για αρκετές ώρες στα χέρια των απεργιακών επιτροπών με τα όργανα της αστικής εξουσίας, αστυνομία και στρατό, να μένουν κρυμμένα και φοβισμένα στα αστυνομικά τμήματα και τα κυβερνητικά κτίρια.

Σήμερα θα μιλήσουμε για τα πρώτα βήματα του εργατικού κινήματος στη χώρα, για τον ρόλο που διαδραμάτισε σε αυτά η πολυεθνική εργατική τάξη της Θεσσαλονίκης της Φεντερασιόν του Αβραάμ Μπεναρόγια αλλά και του Ίντο Σεννόρ και του Σαλβατόρ Ματαράσσο δολοφονημένων εργατών εκείνον τον μακρινό Μάη, για τις συνθήκες εργασίας των καπνεργατών και των καπνεργατριών.

Θα προσπαθήσουμε να αφουγκραστούμε τα αιτήματά τους και να δούμε πόσο κοντά είναι στις ανάγκες και στα αιτήματα των εργαζομένων στο σήμερα, να αντιληφθούμε την φτώχεια στην οποία εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι είχαν βυθιστεί στο περιθώριο μίας ακόμα καπιταλιστικής κρίσης που έφερε την πτώχευση της χώρας το 1932.

Θα συζητήσουμε για τη συμμετοχή των γυναικών και θα ψάξουμε τις αιτίες για το ότι στην πρώτη απεργία στις 29 του Απρίλη, η συμμετοχή τους ήταν σαφώς μεγαλύτερη των αντρών και άγγιξε το 70%. Θα προσπαθήσουμε να αντιληφθούμε το ποιά ήταν η συμμετοχή των άλλων σωματείων της πόλης, το πόσα σωματεία άλλων πόλεων ακολούθησαν τον απεργιακό βηματισμό από την επόμενη κιόλας μέρα, το πως κλιμακώθηκε ο αγώνας αυτός σε πανελλαδική απεργία στις 7 και στις 13 του Μάη, αλλά και το ποιά ήταν τα όρια που συνάντησε και δεν προχώρησε ένα βήμα παραπέρα.

Θα περιπλανηθούμε στην πόλη μας και τη γειτονιά μας που από στενό σε στενό, από τη Συγγρού, τη Βενιζέλου, την Καραολή και Δημητρίου, την Ίωνος Δραγούμη, την Εγνατία, την Αγίου Δημητρίου, την Αντιγονιδών κρύβει στη μνήμη των δρόμων και του λαού της, μία σειρά από δολοφονίες, επιθέσεις φασιστών, μάχες, οδοφράγματα, αστυνομικές εφορμήσεις, συναδελφώσεις με φαντάρους, πρόχειρες κατασκευές για να βγουν λόγοι συνδικαλιστών μπροστά σε χιλιάδες απεργούς που κάναν εδώ και εκεί αυθόρμητες συγκεντρώσεις.

Σήμερα δεν παρακολουθούμε κάποια ουδέτερη επιστημονική ιστορική μελέτη. Ο αγώνας άλλωστε για να παύσει η εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο δεν χωράει ουδετερότητα.Σήμερα διαβάζουμε εκ νέου τη δικιά μας ιστορία από ταξική σκοπιά, είμαστε εδώ για να διδαχθούμε από την πάλη των ταξικών μας προγόνων, από τις αντιφάσεις και τα λάθη τους, από το κουράγιο και τον αγώνα τους, που έκανε το βράδυ της 9ης Μαΐου τον λαό της Θεσσαλονίκης να είναι η πραγματική εξουσία στην πόλη.

«Οι αρχές είχαν ουσιαστικά καταλυθεί. Οι συνοικισμοί όλοι είχαν καταληφθή από τους διαδηλωτάς», γράφει ο επιμελητής του ημερολογίου του Ιωάννη Μεταξά, Π. Σιφναίος ενώ ο Γρ. Δαφνής συμπληρώνει: «Τη νύκτα της 9ης προς 10η Μαΐου, ούτε ο Γενικός Διοικητής, ούτε ο Σωματάρχης, ούτε καμία άλλη αρχή ημπορούσε να ασκήση εξουσίαν! Ητο εκτός πάσης αμφιβολίας ότι ο λαός της Θεσσαλονίκης ήτο κύριος της καταστάσεως».

Μετά τον Δεκέμβρη του 2008 που η Θεσσαλονίκη, όπως και όλη η χώρα, βρήκε για λίγες μέρες τους εξεγερμένους να ορίζουν πίσω από τα οδοφράγματα που έστηναν, τις περιοχές στις οποίες δεν έχει πια λόγο η αστική εξουσία, μετά τις μεγαλειώδεις διαδηλώσεις του 2010-2012 αλλά και το πρόσφατο εργατικό και λαϊκό τσουνάμι των δεκάδων χιλιάδων ανθρώπων που ξεκινούσε από το Άγαλμα Βενιζέλου και έφτανε μέχρι την Ξηροκρήνη, περικυκλώνοντας μάλιστα το Υπουργείο Μακεδονίας Θράκης, όπως ακριβώς συνέβαινε και πριν 87 χρόνια, η επιλογή του να σκαλίσουμε την ιστορία μας δεν είναι τυχαία, ούτε ουδέτερη.

Έρχεται για να μας βοηθήσει στο να προετοιμάσουμε με δουλειά μυρμηγκιού από σήμερα και στο να δώσουμε προοπτική, διάρκεια και βάθος στις μεγάλες στιγμές που θα ζήσουμε τα επόμενα χρόνια, με τους εργαζομένους και τον λαό να καλούνται να σηκώσουν στις δικές τους πλάτες τα αποτελέσματα μίας ακόμα καπιταλιστικής κρίσης διαρκείας την οποία διανύουμε.

Έτσι ώστε στις επόμενες μεγάλες στιγμές που η εργατική τάξη θα βγει στο προσκήνιο της ιστορίας τα οδοφράγματα, η δύναμη, η επιρροή, η οργάνωση, η αυτοάμυνα των απεργιακών και λαϊκών επιτροπών να κρατήσουν περισσότερο απέναντι στην δικτατορία της αστικής τάξης.

Έτσι ώστε την επόμενη φορά, που η Θεσσαλονίκη θα βρεθεί στα χέρια μας, να φροντίσουμε αυτό να κρατήσει για πάντα.

Το φάντασμα της Κομμούνας της Θεσσαλονίκης και των Βαλκανίων συνεχίζει να γυρνά με το μαχαίρι στα δόντια στους δρόμους που σκοτώθηκε ο Τούσης, η Καρανικόλα και οι άλλοι, και μας καρτερά.

[modula id=”2042″]