Το καράβι της οικονομίας βουλιάζει ξανά και οι “καπετάνιοι” το εγκαταλείπουν πρώτοι
Ο ασθμαίνων παγκόσμιος καπιταλισμός σε κρίση, η φθορά στις ΗΠΑ και η Ελλάδα -και πάλι- ως αδύναμος κρίκος.
Η τραπεζική κρίση διαρκείας με επίκεντρο τις ΗΠΑ προβλέπουν όλο και περισσότεροι οικονομολόγοι και διεθνείς οργανισμοί την οποία συνομολογούν πλέον ανοιχτά και οι ίδιοι οι καπιταλιστές.
Το βάρος της, όπως και το βάρος της αύξησης του χρέους, ήδη πέφτει για ακόμα μία φορά στις πλάτες των εργαζομένων και των λαών. Προκαλεί αφενός πολιτικές αντιπαραθέσεις και αφετέρου αστάθεια μπροστά στον -ανοιχτό πλέον – κίνδυνο χρεοκοπίας, για την αποφυγή της οποίας το σενάριο εφαρμογής νέων αντιλαϊκών μέτρων και περικοπών που αφορούν τομείς όπως η υγεία και η κοινωνική πρόνοια, έρχεται όλο και πιο κοντά, με τον λαϊκό παράγοντα και τις αντιδράσεις του να αποτελεί ένα μεγάλο ερωτηματικό.
Την ίδια στιγμή, με τις καταρρεύσεις τραπεζών στις ΗΠΑ να δίνουν το στίγμα της παρατεταμένης αβεβαιότητας που διανύει η οικονομία τους, δεν προξενεί καμία εντύπωση ότι οι επενδυτές εγκαταλείπουν τις προνομιούχες μετοχές, σύμφωνα με το Bloomberg.
Η ύπαρξη “μιας αγοράς χωρίς ρευστότητα, στην οποία είναι δύσκολο να πλοηγηθεί κανείς, με μεγάλα κενά στις τιμές να εμφανίζονται από μέρα σε μέρα” και με “μέρος του προβλήματος να είναι ότι λίγοι είναι πρόθυμοι να αγοράσουν πιο επικίνδυνες προνομιούχες μετοχές, δεδομένης της πρόσφατης σειράς χρεοκοπιών περιφερειακών τραπεζών” η δήλωση του δισεκατομμυριούχου Γουόρεν Μπάφετ είναι χαρακτηριστική:
“Η κατάσταση στον τραπεζικό τομέα είναι παρόμοια με αυτή που είναι πάντα στον τραπεζικό τομέα – ο φόβος είναι πάντα μεταδοτικός”.
Μέσα σε αυτές τις συνθήκες η Ελλάδα παραμένει ένας αδύναμος κρίκος και το ενδεχόμενο μίας νέας πτώχευσης εμφανίζεται και πάλι στο προσκήνιο.
Με τις τράπεζες να σταθεροποιούν και να διευρύνουν την κερδοφορία τους την ίδια στιγμή που εκατοντάδες χιλιάδες πρώτες κατοικίες βγαίνουν στο σφυρί, τα όσα αναφέρει σε ανοιχτή επιστολή του ο αστός πολιτικός και υπουργός επί κυβερνήσεων Σημίτη, Αλέκος Παπαδόπουλος είναι χαρακτηριστικά για την κατάσταση της ελληνικής οικονομίας.
Στην επιστολή του γίνεται λόγος για συνειδητή αποσιώπηση και ασύμμετρη προβολή του αποτέλεσματος εκτέλεσης του προϋπολογισμού το οποίο έφερε έλλειμμα 4.727 εκατομμυρίων ευρώ, το ύψος του δημόσιου χρέους σε απόλυτους αριθμούς που ξεπέρασε αυτό που είχε κατά την κορύφωση της πρόσφατης κρίσης χρέους το 2011 και έφτασε τα 356.256 εκ. (171,3% του ΑΕΠ), το υψηλότερο από την είσοδο της χώρας στη ζώνη του ευρώ.
Στο ίδιο κείμενο σχολιάζει, μέσα σε άλλα, το ύψος του κρατικού χρέους που ξεπέρασε αυτό που ήταν κατά την κορύφωση της πρόσφατης κρίσης χρέους το 2011 και έφτασε τα 400.276 εκ. (192,4% του ΑΕΠ), μακράν το υψηλότερο από την είσοδο της χώρας στη ζώνη του ευρώ, ενώ προεικονίζει το τί θα συμβεί τους επόμενους μήνες μετά τις εκλογές ανεξαρτήτως κυβέρνησης που θα προκύψει από αυτές:
“Οι τεράστιοι όγκοι δημόσιου και κρατικού χρέους, η διαρκώς επιδεινούμενη διάρθρωσή τους (μεγάλη αύξηση του πολύ βραχυπρόθεσμου δανεισμού, repos), καθώς και η αλματώδης αύξηση των επιτοκίων δανεισμού εμβάλλουν σε ανησυχία σχετικά με τη δυνατότητα του Κράτους να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις του”.
Απευθυνόμενος δε, στα αστικά κόμματα προτείνει: “την άμεση συγκρότηση από κοινού μιας σταθερής Εθνικής Δημοσιονομικής Στρατηγικής, έστω μετά τις εκλογές, ως άφευκτη ανάγκη λόγω της επικίνδυνα ασθενούς ακόμη ελληνικής οικονομίας” και σημείωνει:
“Νομίζω ότι αυτά και πολλά άλλα αδιάψευστα και βοώντα στοιχεία για την πραγματική κατάσταση της ελληνικής οικονομίας σας υποχρεώνουν, ως επικεφαλής των κόμματων εξουσίας, να ακολουθήσετε αυτόν τον αναπόφευκτο, οδυνηρό, προσωπικό και πολιτικό μονόδρομο”